Μάχη για το γόητρο και τον τελικό
Το Λονδίνο, το όποιο θα φιλοξενήσει για πρώτη φόρα το Final Four της Ευρωλίγκα, θα είναι ο τόπος που θα δώσει την ευκαιρία στους φίλους του μπάσκετ να ξαναγίνουν μάρτυρες ενός Ισπανικού εμφυλίου, του τρίτου συνολικά σε ημιτελικό και πρώτου μετά από 17 ολόκληρα χρόνια. Το 1996 σε μια άλλη μεγάλη Ευρωπαϊκή μητρόπολη, το Παρίσι , η Μπαρτσελόνα και η Ρεάλ μονομαχούσαν και πάλι για το ποιος θα εξασφάλιζε το εισιτήριο του τελικού, με την Μπαρτσελόνα να επικρατεί και να προκρίνεται για τον, όπως αποδείχθηκε επεισοδιακό, τελικό με τον Παναθηναϊκό…
Χαρακτηριστικό είναι ότι ακόμα και οι πεσμένοι μπασκετικά Ιταλοί είχαν πιο πρόσφατες αναμνήσεις από εμφύλιες αναμετρήσεις σε ημιτελικούς με την Σιένα να χάνει και τις δύο φορές από Μπενετόν Τρεβίζο και Φορτιτούντο Μπολόνια το 2003 και το 2004 αντίστοιχα. Όμως αν και το Final Four του 1996 αρχίζει να χάνεται σιγά-σιγά στην λήθη του χρόνου, με το το μπάσκετ να έχει αλλάξει ριζικά από τότε, κάποια πράγματα παρέμειναν σταθερά. Όπως και τότε, η Ρεάλ παραμένει η πολυνίκης του θεσμού ενώ η Μπαρτσελόνα εξακολουθεί να πηγαίνει πιο συχνά σε Final Four. Μάλιστα τα τελευταία 17 χρόνια οι Καταλανοί έχουν εδραιώσει ακόμα περισσότερο την κυριαρχία τους έναντι των Καστιγιάνων, τόσο σε Ευρωπαϊκό επίπεδο έχοντας πάει σε 6 φορές σε Final Four (κατακτώντας δύο από αυτά), όσο και σε εγχώριο, με την Ρεάλ να παίρνει το τελευταίο της πρωτάθλημα το 2006-2007 και την Μπαρτσελόνα να έχει απολογισμό 3 πρωταθλήματα και 3 Κύπελλα τα 4,5 τελευταία χρόνια…
Και όμως την περσινή σεζόν με τον…ταπεινό Πάμπλο Λάσο ως προπονητή η Ρεάλ έφτασε κοντά στο να καταφέρει να αλλάξει τα κόζια στο Ισπανικό μπάσκετ. Πρώτα με την θριαμβευτική επικράτηση στο Κύπελλο Ισπανίας και ακόμα πιο πολύ όταν έσπαγε το πλεονέκτημα έδρας της Μπαρτσελόνα στους τελικούς της ACB... και ακολουθούσε η νίκη με 30 πόντους μέσα στην Μαδρίτη στον τρίτο τελικό κάνοντας το 2-1 υπέρ της Ρεάλ η οποία ήθελε μόνο μια νίκη μπροστά στο κοινό της για να γίνει πρωταθλήτρια. Αλλά όπως μας απέδειξε η Μπαρτσελόνα (και στην φετινή σειρά των προημιτελικών της Ευρωλίγκας με τον Παναθηναικό) δεν είχε έλλειψη από ψυχικά αποθέματα, το αντίθετο, ξαναέφερε την σειρά στο σπίτι της και άφησε την Ρεάλ στην γνώριμη μοίρα της να ξοδεύει δηλαδή σεβαστά χρηματικά ποσά, και να μένει με τα λεφτά στο χέρι και χωρίς σημαντικούς τίτλους.
Το ξεκίνημα φέτος
Μια ηττοπάθεια που δείχνει να συνεχίζεται μέχρι αποδείξεως του εναντίου και φέτος, με την Ρεάλ να χάνει τον προημιτελικό του Κυπέλλου από την Μπαρτσελόνα ενώ ήταν πρωτοπόρος στο πρωτάθλημα και η Μπαρτσελόνα είχε καταφέρει να μπει με τα χίλια ζόρια στους 8 του Κόπα Ντελ Ρει. Και όμως με βάση τα αποτελέσματα (αν εξαιρεθεί ο…λεκές του Κυπέλλου) η χρονιά πάει εξαιρετικά για τους Μαδριλένους, με την ομάδα να προκρίνεται με μεγαλύτερη τελικά άνεση στο Final Four από την αιώνια αντίπαλο της και να έχει εξασφαλίσει από τον πρώτο κιόλας γύρο την πρώτη θέση στην κανονική περίοδο του Ισπανικού πρωταθλήματος, σε μια λίγκα που αναγνωρίζεται ως η καλύτερη και πιο ανταγωνιστική σε όλη την Ευρωπαϊκή ήπειρο. Την ίδια σεζόν η Μπαρτσελόνα ξεκίνησε με κλυδωνισμούς έχοντας να προσαρμόσει δύο νέους σέντερ με διαφορετικό στυλ από τους προκατόχους τους και μια περιφέρεια που στις θέσεις 1 και 2 δεν φημιζόταν για την πίεση στην μπάλα εκτός του Σάδα. Στα ήδη προϋπάρχοντα προβλήματα προστέθηκαν και άλλα ερωτηματικά: ο Πιτ Μάικλ ξεκίνησε μέτρια την χρονιά, ο Ναβάρο μια έπαιζε και μια δεν έπαιζε, ο Γιασικεβίτσιους ήταν για συγκεκριμένη χρονική χρήση και ο Χούερτας εξακολουθούσε να μην μπορεί να σηκώσει το βάρος της φανέλας της Μπαρτσελόνα θυμίζοντας περισσότερο τον παίχτη που μοίρασε μόνο 7 ασσίστς στους πέντε Ισπανικούς τελικούς του 2012 παρά τον μπασκετικό μαέστρο της Κάχα. Ευτυχώς για την Μπαρτσελόνα σε αυτήν την περίπτωση ίσχυσε το ουδέν κακό αμιγές καλού, αφού την ίδια ώρα που αντιμετώπιζε τεράστια προβλήματα στην διαχείριση των ματς του Ισπανικού πρωταθλήματος, είχε την τύχη να πέσει στον πιο εύκολο όμιλο της πρώτης φάσης της Ευρωλίγκας με αντίπαλους τις Μπάμπεργκ, Λιέτουβος Ρίτας, Παρτιζάν, Μπεσίκτας και μόνο ουσιαστικά σοβαρό αντίπαλο την ΤΣΣΚΑ. Κάπως έτσι η Μπαρτσελόνα πήρε σταδιακά τα πάνω της στο top-16, με τους ψηλούς να έχουν βρει ρόλο σε άμυνα και επίθεση, τους Χουέρτας και Μάικλ να ανεβάζουν σταδιακά την απόδοσή τους και τον προπονητή Τσάβι Πασκουάλ να εφαρμόζει αμυντικά τρικς όπως την ζώνη που του χάρισε ένα πρωτάθλημα πέρσι και μια πρόκριση στο Final Four φέτος.
Τελικά όμως ποια ομάδα είναι η καλύτερη; Το μόνο σίγουρο είναι ότι στο τέλος της σεζόν θα έχουν συναντηθεί σε όλες τις πιθανές διοργανώσεις που υπήρχε αυτή η δυνατότητα, Σούπερ Κόπα, Πρωτάθλημα, Κύπελλο και σε λίγες μέρες και στην Ευρωλίγκα. Προς το παρόν οι τέσσερις αναμετρήσεις μέχρι τώρα μας προσφέρουν την δυνατότητα να βγάλουμε κάποια συμπεράσματα και να κάνουμε ορισμένες υποθέσεις για το τι μπορεί να συμβεί στον ημιτελικό αλλά όχι και σε πλήρη βαθμό αφού σε αυτά τα ματς είχαμε παρουσίες παικτών που δεν θα δούμε στο Λονδίνο (Μαικλ, Όλεσον, Νταρντέν) και απουσίες προσώπων που θα παίξουν στον αγώνα της Παρασκευής (Ναβάρο δύο φορές, Γιασικεβίτσιους και Γουάλας από μία).
Χαρακτηριστικό είναι ότι ακόμα και οι πεσμένοι μπασκετικά Ιταλοί είχαν πιο πρόσφατες αναμνήσεις από εμφύλιες αναμετρήσεις σε ημιτελικούς με την Σιένα να χάνει και τις δύο φορές από Μπενετόν Τρεβίζο και Φορτιτούντο Μπολόνια το 2003 και το 2004 αντίστοιχα. Όμως αν και το Final Four του 1996 αρχίζει να χάνεται σιγά-σιγά στην λήθη του χρόνου, με το το μπάσκετ να έχει αλλάξει ριζικά από τότε, κάποια πράγματα παρέμειναν σταθερά. Όπως και τότε, η Ρεάλ παραμένει η πολυνίκης του θεσμού ενώ η Μπαρτσελόνα εξακολουθεί να πηγαίνει πιο συχνά σε Final Four. Μάλιστα τα τελευταία 17 χρόνια οι Καταλανοί έχουν εδραιώσει ακόμα περισσότερο την κυριαρχία τους έναντι των Καστιγιάνων, τόσο σε Ευρωπαϊκό επίπεδο έχοντας πάει σε 6 φορές σε Final Four (κατακτώντας δύο από αυτά), όσο και σε εγχώριο, με την Ρεάλ να παίρνει το τελευταίο της πρωτάθλημα το 2006-2007 και την Μπαρτσελόνα να έχει απολογισμό 3 πρωταθλήματα και 3 Κύπελλα τα 4,5 τελευταία χρόνια…
Και όμως την περσινή σεζόν με τον…ταπεινό Πάμπλο Λάσο ως προπονητή η Ρεάλ έφτασε κοντά στο να καταφέρει να αλλάξει τα κόζια στο Ισπανικό μπάσκετ. Πρώτα με την θριαμβευτική επικράτηση στο Κύπελλο Ισπανίας και ακόμα πιο πολύ όταν έσπαγε το πλεονέκτημα έδρας της Μπαρτσελόνα στους τελικούς της ACB... και ακολουθούσε η νίκη με 30 πόντους μέσα στην Μαδρίτη στον τρίτο τελικό κάνοντας το 2-1 υπέρ της Ρεάλ η οποία ήθελε μόνο μια νίκη μπροστά στο κοινό της για να γίνει πρωταθλήτρια. Αλλά όπως μας απέδειξε η Μπαρτσελόνα (και στην φετινή σειρά των προημιτελικών της Ευρωλίγκας με τον Παναθηναικό) δεν είχε έλλειψη από ψυχικά αποθέματα, το αντίθετο, ξαναέφερε την σειρά στο σπίτι της και άφησε την Ρεάλ στην γνώριμη μοίρα της να ξοδεύει δηλαδή σεβαστά χρηματικά ποσά, και να μένει με τα λεφτά στο χέρι και χωρίς σημαντικούς τίτλους.
Το ξεκίνημα φέτος
Μια ηττοπάθεια που δείχνει να συνεχίζεται μέχρι αποδείξεως του εναντίου και φέτος, με την Ρεάλ να χάνει τον προημιτελικό του Κυπέλλου από την Μπαρτσελόνα ενώ ήταν πρωτοπόρος στο πρωτάθλημα και η Μπαρτσελόνα είχε καταφέρει να μπει με τα χίλια ζόρια στους 8 του Κόπα Ντελ Ρει. Και όμως με βάση τα αποτελέσματα (αν εξαιρεθεί ο…λεκές του Κυπέλλου) η χρονιά πάει εξαιρετικά για τους Μαδριλένους, με την ομάδα να προκρίνεται με μεγαλύτερη τελικά άνεση στο Final Four από την αιώνια αντίπαλο της και να έχει εξασφαλίσει από τον πρώτο κιόλας γύρο την πρώτη θέση στην κανονική περίοδο του Ισπανικού πρωταθλήματος, σε μια λίγκα που αναγνωρίζεται ως η καλύτερη και πιο ανταγωνιστική σε όλη την Ευρωπαϊκή ήπειρο. Την ίδια σεζόν η Μπαρτσελόνα ξεκίνησε με κλυδωνισμούς έχοντας να προσαρμόσει δύο νέους σέντερ με διαφορετικό στυλ από τους προκατόχους τους και μια περιφέρεια που στις θέσεις 1 και 2 δεν φημιζόταν για την πίεση στην μπάλα εκτός του Σάδα. Στα ήδη προϋπάρχοντα προβλήματα προστέθηκαν και άλλα ερωτηματικά: ο Πιτ Μάικλ ξεκίνησε μέτρια την χρονιά, ο Ναβάρο μια έπαιζε και μια δεν έπαιζε, ο Γιασικεβίτσιους ήταν για συγκεκριμένη χρονική χρήση και ο Χούερτας εξακολουθούσε να μην μπορεί να σηκώσει το βάρος της φανέλας της Μπαρτσελόνα θυμίζοντας περισσότερο τον παίχτη που μοίρασε μόνο 7 ασσίστς στους πέντε Ισπανικούς τελικούς του 2012 παρά τον μπασκετικό μαέστρο της Κάχα. Ευτυχώς για την Μπαρτσελόνα σε αυτήν την περίπτωση ίσχυσε το ουδέν κακό αμιγές καλού, αφού την ίδια ώρα που αντιμετώπιζε τεράστια προβλήματα στην διαχείριση των ματς του Ισπανικού πρωταθλήματος, είχε την τύχη να πέσει στον πιο εύκολο όμιλο της πρώτης φάσης της Ευρωλίγκας με αντίπαλους τις Μπάμπεργκ, Λιέτουβος Ρίτας, Παρτιζάν, Μπεσίκτας και μόνο ουσιαστικά σοβαρό αντίπαλο την ΤΣΣΚΑ. Κάπως έτσι η Μπαρτσελόνα πήρε σταδιακά τα πάνω της στο top-16, με τους ψηλούς να έχουν βρει ρόλο σε άμυνα και επίθεση, τους Χουέρτας και Μάικλ να ανεβάζουν σταδιακά την απόδοσή τους και τον προπονητή Τσάβι Πασκουάλ να εφαρμόζει αμυντικά τρικς όπως την ζώνη που του χάρισε ένα πρωτάθλημα πέρσι και μια πρόκριση στο Final Four φέτος.
Τελικά όμως ποια ομάδα είναι η καλύτερη; Το μόνο σίγουρο είναι ότι στο τέλος της σεζόν θα έχουν συναντηθεί σε όλες τις πιθανές διοργανώσεις που υπήρχε αυτή η δυνατότητα, Σούπερ Κόπα, Πρωτάθλημα, Κύπελλο και σε λίγες μέρες και στην Ευρωλίγκα. Προς το παρόν οι τέσσερις αναμετρήσεις μέχρι τώρα μας προσφέρουν την δυνατότητα να βγάλουμε κάποια συμπεράσματα και να κάνουμε ορισμένες υποθέσεις για το τι μπορεί να συμβεί στον ημιτελικό αλλά όχι και σε πλήρη βαθμό αφού σε αυτά τα ματς είχαμε παρουσίες παικτών που δεν θα δούμε στο Λονδίνο (Μαικλ, Όλεσον, Νταρντέν) και απουσίες προσώπων που θα παίξουν στον αγώνα της Παρασκευής (Ναβάρο δύο φορές, Γιασικεβίτσιους και Γουάλας από μία).
Πηγαίνοντας πίσω στην αρχή της χρονιάς όταν κατά την διάρκεια του μεταγραφικού παζαριού, η Ρεάλ ήξερε ότι ο Ρούντι Φερνάντεθ θα έμενε αυτήν την φορά μέχρι τέλους της σεζόν και έφερνε μαζί τους Ντρέιπερ, Σλότερ, ήταν φανερό ότι υπήρχε σχέδιο στο στρατόπεδο των Μαδριλένων. Με την παρουσία μιας περιφέρειας (Ροντρίγκεθ, Γιουλ, Ντρέιπερ, Φερνάντεθ) που θα μπορούσε να πιέσει τον αντίπαλο και να κλέψει την μπάλα παρέα με τον ερχομό του Σλότερ που ήταν επιτέλους ο γρήγορος, αλτικός και καλός αμυντικός screener σέντερ που έψαχναν στην Μαδρίτη, η Ρεάλ θα επιδίωκε την καλή άμυνα που θα έφερνε το fast break παιχνίδι με το όποιο θα κυριαρχούσε. Ενδεικτικό των προθέσεων το φιλικό προετοιμασίας με την συμπολίτισσα Εστουντιάντες.
Και μπορεί να μην ήρθε ο Ντάρκο Μίλισιτς για τον όποιον ακούγονταν μεταγραφικές φήμες αλλά ο ερχομός ενός από τους πιο ανερχόμενους ψηλούς που έπαιζαν στην Ισπανία, του Ράφαελ Χέτσμειερ από την Σαραγόσα, έδινε υποσχέσεις για αναπλήρωση του ποστ παιχνιδιού που έδινε ο Τόμιτς, με έξτρα μενού το καλύτερο σουτ του Βραζιλιάνου σε σύγκριση με τον Κροάτη. Τα παραπάνω όμως έμειναν απλά στην θεωρία γιατί στην πραγματικότητα ο Χέτσμειερ εντάχθηκε πολύ αργά στην Ρεάλ (πχ. μπήκε στην δωδεκάδα για πρώτη φορά στα τέλη Νοεμβρίου) και ακόμα δεν έχει προσαρμοστεί στις απαιτήσεις της ομάδας.
Face to Face
Ενώ πράγματι η Ρεάλ φέτος τα πάει καλά στα κλεψίματα ως τρίτη στο top-16 της Ευρωλίγκα και 2η στο Ισπανικό πρωτάθλημα αυτήν την στιγμή, αυτό δεν ήταν αρκετό ώστε στο σύνολο των ματς απέναντι στην Μπαρτσελόνα να επιβάλει τον γρήγορο ρυθμό στο παιχνίδι. Αντιθέτως παρασύρθηκε σε ένα πιο αργό τέμπο και σε 5 εναντίον 5 που ακόμα και με την μεγάλη απώλεια του Μάικλ βολεύει περισσότερο την Μπαρτσελόνα σε σύγκριση με την Ρεάλ. Το στοιχείο που δυσχεραίνει περισσότερο την θέση της Ρεάλ σε αυτές τις καταστάσεις (ενώ υπάρχουν πολλοί επικίνδυνοι και ικανοί σουτέρ στην ομάδα) είναι ότι μέσα στην αγωνιστική περίοδο που διανύουμε έχουν ουκ ολίγες φορές παρουσιάσει ανεξέλεγκτη εικόνα στις προσπάθειες τριών πόντων με αποτέλεσμα η κατανομή μεταξύ τριπόντων και διπόντων να είναι υπερβολική σε αυτές τις περιπτώσεις υπέρ των σουτ τριών πόντων. Μια "τρίποντη εξάρτηση" που φαίνεται από το στατιστικό δεδομένο που μας λέει ότι η Ρεάλ είναι η πρώτη στις προσπάθειες τριών πόντων στο top-16, και που μετατρέπεται αυτόματα σε πρόβλημα για την Βασίλισσα γιατί είναι και ταυτόχρονα η τελευταία σε ευστοχία στα σουτ αυτά. Το αντίδοτο στο πρόβλημα αυτό το παρατηρήσαμε επιτέλους στο τελευταίο Ρεάλ-Μπαρτσελόνα με το φόρτωμα επιθέσεων στα χέρια των ψηλών με Μπέγκιτς (11 προσπάθειες δίποντων), Ρέγες (12 προσπάθειες δίποντων), Μίροτιτς (8 προσπάθειες) και Σλότερ (4 σουτ για δύο) και αναλογία 56 δίποντα και 18 μόλις τρίποντα, κάτι που αποδείχθηκε ορθό αφού, και το ποσοστό ευστοχίας στα τρίποντα ήταν χαμηλό με 22%, και με την προτίμηση για περισσότερο inside game κερδήθηκε το ματς. Παρόλο αυτά, αδιαμφισβήτητα η frontline της Ρεάλ δεν δείχνει να έχει το βάρος και την σημασία που έχει αυτή της Μπαρτσελόνα (σε βαθμό που αν ο Ολυμπιακός προτιμούσε έναν αντίπαλο από τους υπόλοιπους τρεις του Final Four για να μην φανούν οι δικές του αδυναμίες στην ρακέτα αυτός μάλλον θα ήταν η Ρεάλ) γιατί με τον Σλόττερ να έχει πολύ συγκεκριμένα επιθετικά εφόδια με alley-oops και επιθετικά ριμπάουντς, τον Μπέγκιτς να μην έχει σε καμία περίπτωση το επιθετικό ταλέντο του ισοϋψή περίπου Τόμιτς και τον Χετσμείερ να είναι η νούμερο 1 περίπτωση άσχημης αξιοποίησης από μια ομάδα φέτος, όσο και να συνεισφέρει σε δύναμη και μαχητικότητα ο Ρέγες και σε μπασκετική φινέτσα ο Μίροτιτς πολύ απλά δεν τρομάζει κανέναν αυτή η γραμμή ψηλών χωρίς να σημαίνει όμως ότι πρέπει να πάρει κανείς αψήφιστα το πράγμα. Βέβαια ακόμα και αν δεν αλλάξει τίποτα συγκλονιστικό στην συνεισφορά των ψηλών στο επιθετικό παιχνίδι της Ρεάλ, το ρόστερ των Μαδριλένων μπορεί να προκαλέσει προβλήματα στις καταστάσεις μισού γηπέδου στην άμυνα της Μπαρτσελόνα. Μια άμυνα που, αντικαθιστώντας δύο σέντερς εξπέρ στην αντιμετώπιση των pick n roll με δύο 5αρια σαφώς ικανότερα στο ποστ παιχνίδι αλλά πιο αργά από τους προκατόχους τους, έπρεπε να στραφεί στην λύση να μένουν οι σέντερς στο ζωγραφιστό όπου με το ύψος τους (Τόμιτς) και τον όγκο τους (Τζαβάι) θα έκλειναν διαδρόμους και θα κάλυπταν οι ίδιοι το μειονέκτημα τους στην ταχύτητα προσθέτοντας παράλληλα πινελιές με hedge out στα όποια ο Αυστραλός με εκρηκτικότητα που θα ζήλευε και ο συνάδελφος στα κιλά Σχορτσιανίτης είναι πολύ πιο αποτελεσματικός από τον Κροάτη.
Και αυτές οι έξοδοι είναι απαραίτητες από τους ψηλούς της Μπαρτσελόνα γιατί οι περιφερειακοί της Ρεάλ μπορούν εύκολα να εκμεταλλευτούν ενδεχόμενο βύθισμα τους στην ρακέτα με τους Ροντρίγκεθ και Γιουλ να μπορούν με ένα απλό σκριν να σουτάρουν από το τρίποντο ή λίγο πιο μέσα και τους Κάρολ, Ροντρίγκεθ, Γιουλ, Φερνάντεθ να είναι όλοι τους ικανοί να προκαλέσουν ρήγματα σκοράροντας, παίρνοντας φάουλ ή πασάροντας ακόμα και αν ο σέντερ τους περιμένει ακριβώς κάτω από την ρακέτα. Είτε γιατί οι τρείς πρώτοι έχουν ως κοινό στοιχείο στην δυείσδυση τους, το floater που δυσκολεύει ακόμα περισσότερο την αναχαίτισή τους, είτε στην περίπτωση Ρούντι λόγω άλματος.
Αλλά δεν είναι μόνο οι σέντερς ή οι περιφερειακοί της Μπαρτσελόνα στους όποιους εντοπίζονται αδυναμίες στα ένας εναντίον ενός match-ups αφού και ο Μίροτιτς, που δεν πλήγωσε μέχρι στιγμής όσο θα μπορούσε από την γραμμή των 6 και 75 την ομάδα της Μπαρτσελόνα, έχει δείξει φέτος ότι όποτε θέλει μπορεί να πάρει τον διάδρομο και να ξεφύγει με την ταχύτητα του έναντι των Λόρμπεκ και Γουάλας.
Κατά συνέπεια ξέρουμε από τώρα ότι μια από τις απαντήσεις της Μπαρτσελόνα σε αυτά τα μπασκετικά προβλήματα θα είναι η ζώνη (που όπως προαναφέρθηκε ήδη έχει χρησιμοποιηθεί με επιτυχία από τον Πασκουάλ) και σκοπός της είναι να κάνει την Ρεάλ να χάσει χρόνο στην οργάνωση της επίθεσης, να μειώσει τα ατομικά πλεονεκτήματα της στα match-ups και να την αναγκάσει να γυρίσει στο ενστικτώδες παιχνίδι της, δηλαδή να δοκιμάσει και πάλι πολλά τρίποντα.
Το θετικό της υπόθεσης για την Ρεάλ είναι ότι έχει αντιμετωπίσει ήδη κάποιες φορές τέτοιες κλειστές άμυνες από την μεριά της Μπαρτσελόνα και έχει εξασκηθεί κάπως βρίσκοντας λύσεις με μεθόδους όπως το ποστ παιχνίδι από τον Μπέγκιτς, το σουτ στις γωνίες από τον Ρούντι ή το pick n roll με στόχο την λόμπα στον Σλόττερ για alley-oop ή την χρήση του power forward για σουτ τριών πόντων ή ως ενδιάμεσο σταθμό μέσα στην ρακέτα για πάσα στον Σλότερ και πάλι.
Συμπερασματικά η Ρεάλ έχει αρκετά πολεμοεφόδια (παίκτες που μπορούν να ολοκληρώνουν πίσω από την πλάτη της άμυνας με alley-oop ή να την τρυπάνε με διεισδύσεις/ρήγματα και που ο καθένας από την περιφέρεια έχει καλό σουτ ) για να δημιουργηθούν σοβαρές πιθανότητες (με ψύχραιμη διαχείριση) ώστε να προβληματιστεί λιγότερο από όσο αναμένεται από την ζώνη, ακόμα και αν η Μπαρτσελόνα δοκιμάσει κόλπα για να της κάνει την ζωή ακόμα πιο δύσκολη (π.χ με το δοκιμασμένο 4 να παίζουν την άμυνα αυτή και ένας να κυνηγάει τον Κάρολ).
Από την άλλη ακόμα και αν η Μπαρτσελόνα κρυφτεί πίσω από την ζώνη δεν θα έχει λύσει όλα τα προβλήματα της γιατί ήδη από τα ματς με τον Παναθηναϊκό διαπιστώθηκε πόσο μεγάλη απώλεια είναι αυτή του Πιτ Μαικλ και στο επιθετικό post-up παιχνίδι του αλλά και στο αμυντικό post-up παιχνίδι της θέσης 3 όπου τα εναπομείναντα τριάρια της Μπαρτσελόνα είναι ευάλωτα στο αντίπαλο ποστάρισμα. Και είναι ένα σημείο στο όποιο πρέπει να στοχεύσει περισσότερο η Ρεάλ , ιδιαίτερα για όσο παίξει ο Σουάρεθ τον όποιο φυσιολογικά δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν στο ένας εναντίον ενός.
Πέρα όμως από τα προφανή κενά που αφήνει στο παιχνίδι με πλάτη ο Μαικλ ήταν επίσης ένα πολύ χρήσιμο κλειδί στην εκδήλωση των αιφνιδιασμών της Μπαρτσελόνα κάτι που παρατηρήθηκε σε αρκετές περιπτώσεις στο αγώνα Κυπέλου. Είναι ένα ακόμη στοιχείο στο όποιο "ψάχνεται" η Μπαρτσελόνα και προσπάθησε στην Μαδρίτη μέσω του Ίνγκλις να υποκαταστήσει, θέλοντας να αξιοποιήσει τον Αυστραλό σε δύο επιθετικές κατευθύνσεις, είτε βγαίνοντας δυναμικά από τα σκρινς για 3 πόντους, είτε λανσάρωντας ένα play όπου ο Ίνγκλις παίρνει πικ και τελειώνει με drive στην ρακέτα με εντυπωσιακά αποτελέσματα όπως έδειξαν οι 18 πόντοι του.
Θα είναι μεν απίθανο να δούμε οποιοδήποτε από τα τριάρια της Μπαρτσελόνα να ποστάρει όπως ο Μάικλ αλλά οι εμφανίσεις των Αμπρίνες και Ίνγκλις με Παναθηναϊκό και Ρεάλ αντίστοιχα δίνουν υποσχέσεις, ότι ακόμα και αν δεν αναλάβουν πρωταγωνιστικό ρόλο, δεν θα είναι τουλάχιστον τελείως ακίνδυνοι για τον αντίπαλο σε ένα ματς που η συμμετοχή του καθενός και ό,τι επιπλέον προσφέρει, ίσως και να κάνει την διαφορά σε μια πιθανότατα οριακή εξέλιξη του.
Το μεγαλύτερο όμως όπλο της Μπαρτσελόνα είναι φυσικά οι θέσεις ψηλών με τους Λόρμπεκ και Τόμιτς να καλύπτουν ήδη από μόνοι τους τις ανάγκες του πιο απαιτητικού μπασκετόφιλου στο παιχνίδι με πλάτη. Επιπρόσθετα ο Τόμιτς ενεργοποιείται στο pick n roll παιχνίδι σε έκταση που δεν είχαμε συνηθίσει στην Ρεάλ εκμεταλλευόμενος την παρουσία παικτών που είναι πολύ καλοί σε αυτό (Γιασικεβίτσιους, Χουέρτας και Ναβάρο) κάνοντας έτσι ακόμα πιο δύσκολο το πλάνο αντιμετώπισης της ρακέτας των Μπλαουγκράνα.
Η Ρεάλ από την πλευρά της με πρόσφατες τις αναμνήσεις από αυτά που της έκανε ο Λόρμπεκ στους Ισπανικούς τελικούς του 2012, έβαλε από την αρχή της χρονιάς ως έναν από τους βασικούς στόχους της αμυντικής στρατηγικής να μην αφήσει κανένα απολύτως περιθώριο για τον Έραζεμ στο ζωγραφιστό δίνοντας πάντα βοήθειες όταν προσπαθούσε να ποστάρει, μια επιλογή που απέδωσε καρπούς αφού φέτος εξουδετέρωσε σημαντικά το συγκεκριμένο επιθετικό όπλο του Σλοβένου για τον όποιο πάντως θα ήταν έτσι και αλλιώς δύσκολο να συνεχίσει να ποστάρει όσο θα ήθελε αφού οι Τόμιτς και Τζαβάι του παίρνουν σημαντικό μερίδιο από το post-up παιχνίδι αναγκάζοντάς τον να μένει πιο εξωτερικά.
Όσο αφορά την άμυνα της Ρεάλ στους Τόμιτς και Τζαβάι τα πράγματα φαντάζουν πιο περίπλοκα αφού ο Λάσο ξεκίνησε με την πρόθεση της δυναμικής αντιμετώπισης των pick n roll της Μπαρτσελόνα με τον Σλότερ στην πεντάδα, ώστε να ανακόψει το σκοράρισμα παικτών όπως ο Ναβάρο και ο Γιασικεβίτσιους και την δημιουργία τους που προοριζόταν για τους ψηλούς, ένα σχέδιο με λογική που όμως αποδείχθηκε στην πράξη μοιραίο. Διότι η βοήθεια που έδιναν τα τεσσάρια ή ο περιφερειακός για να κόψουν το pick n roll έδινε τρίποντο με καλές προϋποθέσεις στον παίκτη της Μπαρτσελόνα τον όποιον μάρκαραν, σουτ τα όποια μπήκαν και πέταξαν στα σκουπίδια την συγκεκριμένη προσέγγιση του Λάσο στο ματς αυτό.
Και η Μπαρτσελόνα δεν έμεινε μόνο σε αυτήν την διέξοδο αλλά ακολούθησε και εναλλακτικές στρατηγικές με τον περιφερειακό της να παίρνει πικ από τον έναν ψηλό και να πασάρει στον άλλον ,όχι στο τρίποντο αλλά πλησιέστερα στην ρακέτα, αναγκάζοντας τον Λάσο σε μια όχι τελείως αναπάντεχη στροφή στην αμυντική προσέγγιση η όποια παρατηρήθηκε στο πιο πρόσφατο Ρεαλ-Μπαρτσελόνα.
Μια αλλαγή η όποια ίσως υποβοηθούμενη και από την απουσία του Ναβάρο κρατούσε τον Σλόττερ και τους άλλους ψηλούς μέσα και υποχρέωνε τον Αμερικάνο και τον Ρέγες να δίνουν πολλές φαινομενικά άνισες μάχες με τα 5αρια της Μπαρτσελόνα, μια κίνηση που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ρίσκο και ας δικαιώθηκαν για αυτήν.
Ρίσκο όχι μόνο εξαιτίας των αντιπάλων σέντερ που είχαν να αντιμετωπίσουν οι undersized Σλότερ και Ρέγες, αλλά και γιατί άφηνε περιθώριο για σουτ όχι μόνο στον Χουερτας αλλά ακόμα και στον Γιασικεβίτσιους όπως δείχνουν τα παρακάτω δείγματα του τετάρτου δεκαλέπτου (που ξέρουμε πολύ καλά όλοι μας ότι με ακριβώς αυτά τα σουτ χαρίζει μεγάλους τίτλους εδώ και χρόνια στις ομάδες του).
Το αν με την παρουσία του Ναβάρο συνεχιστεί το ίδιο τρικ από την Ρεάλ είναι αβέβαιο, όμως δεν αποκλείεται να υπάρξουν εκπλήξεις με πράγματα που δεν μας έχουν συνηθίσει οι προπονητές φέτος και που θα μπορούσαν να είναι: η χρησιμοποίηση του Σουάρεθ ως ελαφρύ τεσσάρι για ακόμα πιο ευέλικτη και γρήγορη ομάδα, επαναφορά του διδύμου Γουάλας-Λόρμπεκ που λειτούργησε στους Ισπανικούς τελικούς ή ακόμη και αμυντικά σχήματα με τον Σλόττερ ως τεσσάρι και τον Μπέγκιτς για 5αρι με σκοπό να συνδυαστούν τα δυναμικά hedge out από τον Σλόττερ στους περιφερειακούς και να τεθεί παράλληλα η μεγαλύτερη δυνατή δυσκολία για τον Τόμιτς απέναντι σε ένα από τους λίγους σέντερ που είναι στο ίδιο ύψος με τον Κροάτη.
Pole position
Αλλά αν κυλήσουν τα πράγματα φυσιολογικά και στα αναμενόμενα πλαίσια, τότε σε γενικές γραμμές αυτά που θα θέλει η κάθε ομάδα για να γύρει την πλάστιγγα υπέρ της, είναι για την Μπαρτσελόνα να ελέγξει τον ρυθμό και σε αυτό το παιχνίδι πηγαίνοντας σε set καταστάσεις, με εξασφάλιση των αμυντικών ριμπάουντς στα όποια ήταν πρώτη στο top-16, συνεργασίες περιφερειακών και ψηλών και ορισμένα τρίποντα από τους πλάγιους παίκτες (τεσσάρια η περιφερειακούς) ώστε να αποτραπούν οι σκέψεις κλειστής άμυνας από την Ρέαλ.
Aπό την πλευρά της Ρεάλ απαιτείται όσο γίνεται γρήγορος ρυθμός, με κλεψίματα καλές άμυνες και εκμετάλλευση της ατομικής υπεροχής, ενώ εξίσου καθοριστικό είναι να διατηρήσει τα λίγα λάθη που κάνει στατιστικά στην Ευρωλίγκα (πρώτη στο top-16 με τα λιγότερα), και να εκμεταλλευτεί όσο περισσότερο γίνεται ένα ακόμη μεγάλο όπλο της, τα επιθετικά ριμπάουντς στα όποια ήταν επίσης πρώτη στο top-16 της Ευρωλίγκας. Το πόσο σημαντικά είναι τα δύο τελευταία στοιχεία είχαμε την ευκαιρία να το διαπιστώσουμε στο ματς της Μαδρίτης όπου η Ρεάλ με 7 μόλις λάθη και 18 επιθετικά ριμπάουντς επιβεβαίωσε την σύνδεση των στατιστικών δεδομένων με την απτή πραγματικότητα παρά το γεγονός ότι η Μπαρτσελόνα είναι θεωρητικά δυνατή στα αμυντικά ριμπάουντς.
Σε τελική σύγκριση η Ρεάλ είναι μια ομάδα με περισσότερη ενέργεια από την Μπαρτσελόνα και όταν ο Παναθηναϊκός του περιορισμένου ρόστερ και των 2,5 γκαρντ θέτει ζητήματα ενέργειας στην Μπαρτσελόνα τότε με τη Ρεάλ τα πράγματα αναμένονται ακόμη πιο δύσκολα. Όμως η Μπαρτσελόνα έχει με τον Πασκουάλ έναν προπονητή σαφώς εμπειρότερο που έχει κατακτήσει ό,τι θα μπορούσε να κατακτήσει (Κύπελλο, πρωτάθλημα, Ευρωλίγκα) με ωραίο μπάσκετ κατά καιρούς και μια βάση παικτών που είναι ψημένοι σε Final four Ευρωλίγκα (Ναβάρο, Γιασικεβίτσιους, Σάδα, Λόρμπεκ) κάτι που δίνει στους Καταλανούς ένα μικρό τουλάχιστον προβάδισμα στην διαχείριση του ημιτελικού και σε πιθανή πρόκριση στον τελικό συνδυάζοντας πάντα αυτά τα στοιχεία με το ψυχολογικό βάρος της Ρεάλ να κερδίσει επιτέλους την Μπαρτσελόνα σε ένα παιχνίδι τέτοιας σημασίας.