Παρότι οι τελικοί της Α1 αργούν ακόμη, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα εμπόδια για τον Ολυμπιακό (αν φτάσει μέχρι εκεί φυσικά) θα είναι αρκετά διαφορετικά σε σχέση με όσα συνάντησε προκειμένου να επιστρέψει στην κορυφή της Ευρώπης. Αυτές οι διαφορές δεν αφορούν μόνο τη ψυχολογική διαχείριση, αλλά και τις αγωνιστικές ιδιαιτερότητες μιας τέτοιας σειράς. Ο Παναθηναϊκός, σχεδόν βέβαιος αντίπαλος των πρωταθλητών για μια ακόμα χρονιά στους τελικούς, έχει ελάχιστα κοινά σημεία με την ΤΣΣΚΑ Μόσχας και πολύ περισσότερο με τη Ρεάλ Μαδρίτης. Ωστόσο, τα δύο ματς του Λονδίνου απέδειξαν ότι οι ερυθρόλευκοι δε χρειάζεται να προσαρμόζονται σε κανένα αντίπαλο. Από αυτή την άποψη, ο τελικός του φάιναλ φορ έδειξε κάποια σημεία στα οποία η ομάδα μπορεί να βελτιωθεί ακόμα περισσότερο. Ας τα δούμε πιο αναλυτικά:
Το my way or the highway σε ελεύθερη μετάφραση σημαίνει ότι ή το κάνεις με τον δικό μου τρόπο ή απλά σπάσε (take the hihgway=get out of here, π.χ get in your car and drive it down highway far away from here).
Ομολογώ ότι δεν ήμουν από τους πλέον αισιόδοξους πριν από το χθεσινό παιχνίδι και αυτό δεν είχε να κάνει με τον Ολυμπιακό, δεν έχω αμφιβολίες για εμάς γενικότερα, είχε να κάνει περισσότερο με την ΤΣΣΚΑ. Πίστευα ότι το περσινό πάθημα και η παρουσία του Μεσίνα στον πάγκο θα ήταν αρκετή για να μην πάθει η ΤΣΣΚΑ το περσινό κοκομπλόκο και να βγάλει στο παρκέ τη δεδομένη ποιότητα και τις πολλές επιλογές που έχει σαν ομάδα. Αποδείχθηκε ότι οι αδυναμίες που εμφανίστηκαν στον περσινό τελικό για πρώτη φορά είχαν απλά καμουφλαριστεί αρκετά πετυχημένα μέχρι να λάμψει η γυμνή αλήθεια. Και χτες η ΤΣΣΚΑ ήταν πιο γυμνή από ποτέ, τσιτσίδι σχεδόν.
Η επανάληψη του περσινού τελικού της Πόλης, φέτος θα γίνει ένα σκαλί ή διαφορετικά, δύο μέρες νωρίτερα αν προτιμάτε. Κατά πολλούς βέβαια αυτό δεν έχει και τόση σημασία γιατί ξανά..., ο πραγματικός τελικός της διοργάνωσης είναι αυτός μεταξύ του Ολυμπιακού και της ΤΣΣΚΑ Μόσχας αλλά ένας τέτοιος ισχυρισμός μόνο ως πρόωρος και βιαστικός μπορεί να θεωρηθεί με τους Ισπανούς να παραμονεύουν στον τελικό. Από την άλλη τι να περιμένουμε όταν η καλύτερη ομάδα της Ευρώπης τα τελευταία 2 χρόνια (ΤΣΣΚΑ) αντιμετωπίζει τον Πρωταθλητή Ευρώπης (Ολυμπιακό); Τίποτα λιγότερο και τίποτα περισσότερο από ένα πολύ μεγάλο παιχνίδι σε κάθε περίπτωση.
Τα δεδομένα είναι λίγο διαφορετικά σε σχέση με πέρσι πάντως. Η ΤΣΣΚΑ δεν κουβάλησε σαν βαρίδι το περσινό hype που την συνόδεψε μέχρι τον τελικό της Πόλης και αυτό μάλλον της έκανε καλό. Πέρασε όλες τις ζυμώσεις και τις διαδικασίες που χρειάζονταν μέσα στην χρονιά ώστε να εξελιχθεί σαν ομάδα με ηρεμία και στο τέλος έφτασε στο ίδιο σημείο, να έρχεται στο Λονδίνο σαν το μεγάλο φαβορί. Ο Ολυμπιακός δεν είχε την περσινή άγνοια κινδύνου, οι πάντες τον περίμεναν στην γωνία και οι απαιτήσεις ήταν μεγαλύτερες, όμως οι αντιστάσεις που έχει δημιουργήσει αυτή η ομάδα ήταν αρκετές να τον φέρουν σε ένα ακόμα Final Four. Ηδιαφορά της φετινής ΤΣΣΚΑ από την περσινή έχει ονοματεπώνυμο: Έτορε Μεσίνα. Προσέθεσε στα αθλητικά προσόντα πολύ δουλειά και εν τέλει δημιουργήσει μια ομάδα που διαθέτει μια σειρά από επιθετικές επιλογές, σε σημείο που η ΤΣΣΚΑ να μοιάζει περισσότερο σε κάτι πιο...Μπαρτσελόνα style, χαρακτηριστικό είναι ότι ότι η ομάδα του Μεσίνα ήταν 13η στο top-16 σε κατοχές ανά ματς αλλά και 3η σε Offensive Rating (πόντοι ανά κατοχές). Γρήγορα-γρήγορα έχουμε να κάνουμε με μια ομάδα χαμηλού ρυθμού αλλά με θαυμαστή επιτυχία στο σκοράρισμα στο μισό γήπεδο. Βέβαια το ρόστερ της ΤΣΣΚΑ αποτελεί από μόνο του σφραγίδα ότι και στο ανοιχτό γήπεδο δεν είναι καθόλου εύκολα τα πράγματα για τους αντιπάλους, ενώ μια που ανέφερα το ρόστερ ας προσθέσουμε και την διάθεση του Μεσίνα να ανακατέψει σχήματα και παίχτες γεγονός που έδωσε λύσεις σε προβλήματα μέσα στη χρονιά. Σε γενικές γραμμές η ΤΣΣΚΑ είναι μια ομάδα που έχει άξονα το pick n roll (ή pop) και τα πολλά screens μακριά από την μπάλα, με έφεση στην αξιοποίηση της αδύνατης πλευράς και του ποστ παιχνιδιού. Αμυντικά έχουν περιοριστεί τα πολλά hedge out και η άμυνα είναι πιο κλειστή γεγονός που σε συνδυασμό με τις αρκετές βοήθειες που δίνονται ή ακόμα και τις αλλαγές στα μαρκαρίσματα ακόμα και μακριά από τη μπάλα, κάνουν την άμυνα να τρέχει πολύ, να κινείται και τελικά να είναι ευάλωτη στα περιφερειακά σουτ. Στην ουσία βέβαια τους βασικούς πυλώνες του παιχνιδιού της ΤΣΣΚΑ τους έχει περιγράψει με ακρίβεια ο Rod Higgins στο thrylos-fans.net οπότε από εκεί και μετά κάθε σχόλιο περιττεύει.
Συνεχίζοντας, το ενδεχόμενο αρχικό σχήμα της ΤΣΣΚΑ μας δίνει κάποιες πιθανές πρώτες εικόνες από το ματς. Ο Μεσίνα ξεκινά τελευταία με τους Τεόντοσιτς-Γουίμς-Κριάπα-Έρτσεγκ-Καούν πράγμα που αν γίνει και την Παρασκευή δίνει κατά πάσα πιθανότητα την πρωτιά στη σκυταλοδρομία της αναχαίτισης του Βασίλη Σπανούλη στον Σόνι Γουίμς. Ο Αμερικάνος είναι καλός αμυντικός και είναι ένα ακόμα plus της δουλειάς του Μεσίνα ότι κατάφερε να τιθασεύσει το στυλ του αρκετά, αμυντικά και επιθετικά, αλλά δεν είναι και Μάντζαρης στην άμυνα. Πέρα από αυτό αν ο Έρτσεγκ πάει στον Πρίντεζη τότε ο Ολυμπιακός έχει μια ωραιότατη ευκαιρία να πάει κοντά στο καλάθι από το 4. Αυτά είναι τα θέματα από την πλευρά της ΤΣΣΚΑ γιατί και ο Ολυμπιακός θα έχει ερωτήματα να λύσει αν βρει απέναντί του αυτό το σχήμα. Το πιθανότερο είναι ο Σπανούλης να πάει στον Τεόντοσιτς και ο Λο στον Γουίμς, στο δεύτερο matchup μένει να δούμε πόσο χαμηλά θα κοιτάξει να πάει η ΤΣΣΚΑ με τον Αμερικάνο (ή τον Μίτσοβ αν αργότερα ματσάρει με τον Σπανούλη) κόντρα σε όποιον βρει μπροστά του.
Το κάζο με τον Ντριου Νίκολας και η θυσία του Ντιόντε Κρίστμας στον βωμό της απόκτησης ενός ακόμα δημιουργού, του Θοδωρή Παπαλουκά, νομίζω ότι άνοιξαν τον δρόμο για περισσότερα λεπτά στον Έρτσεγκ. Η ΤΣΣΚΑ θα έχανε την ικανότητα στο σουτ αλλά ο Μεσίνα βρήκε την λύση με το τρικ του ψηλού σχήματος που έφερνε τον καλό σουτέρ Ζόραν να συμπεριφέρεται περισσότερο σαν 3 επιθετικά, ακροβολισμένος στην αδύνατη πλευρά, θα έλεγα ότι το παιχνίδι του θυμίζει αρκετά τον τρόπο που χρησιμοποιείται ο Στράτος Περπέρογλου στην επίθεση του Ολυμπιακού, σουτέρ της weakside και με πολλές ευκαιρίες για post game. Σημασία έχει ότι ο Ολυμπιακός θα μπορούσε να στείλει και κοντύτερο παίχτη στον Έρτσεγκ εξ'αιτίας αυτής της συμπεριφοράς.
Ο έταιρος εκφραστής του παιχνιδιού στην αδύνατη πλευρά είναι ο Σόνυ Γουίμς. Λειτουργεί και σαν ballhandler ενίοτε και μπορεί να σουτάρει μετά από τρίπλα σε φάσεις που φτιάχνει μόνος του για τον εαυτό του αλλά κυρίως δραστηριοποιείται στην weakside. Για εμένα η απόδοση του Γουίμς επιθετικά είναι από τα σημεία κλειδιά του ημιτελικού, ο Ολυμπιακός θα μπορούσε να ρισκάρει λίγο δίνοντας του το σουτ με τον προσωπικό του αντίπαλο να κλίνει λίγο προς τα μέσα αν ο Ολυμπιακός συνεχίσει αυτό το flash&recover του ψηλού στην pick n roll άμυνα. Δεν είναι κακός σουτέρ, το αντίθετο, απλά δεν είναι σταθερός. Αν δεν μπουν τα σουτ φυσικά έχει και άλλα πράγματα στο ρεπερτόριο του, αν βρει διάδρομο και πάει στο drive είναι ασταμάτητος, το πρόβλημα για αυτόν στα drives του είναι ότι μοιάζει κάποιες φορές σαν φορτηγό χωρίς φρένα πράγμα που τον κάνει επιρρεπή στα τρακαρίσματα και στα λάθη. Ένας ακόμα τομέας που πρέπει να κοιτάξει ο Ολυμπιακός, δεν θα ήταν άσχημη ιδέα να τον στείλει να τριπλάρει προς τα μέσα δίνοντας όμως βοήθεια από κάποιον ψηλό.
Πώς φτάνει η μπάλα στη weakside όμως; Μα φυσικά από τον Μίλος Τεόντοσιτς. Είναι γνωστό ότι μπορεί να πασάρει οπουδήποτε μέσα στο γήπεδο και με με flashy τρόπους κιόλας. Με δεδομένο ότι ο Σπανούλης θα πάει αρχικά πάνω του (γιατί απέναντι στο ψηλό σχήμα ίσως και να μην μπορεί να πάει αλλού) νομίζω ότι ο Ολυμπιακός θα πάει και πάλι σε hedgeout όταν ο Μίλος παίρνει το πικ. Ο Μπιλ ούτε ειδικός στο να σπάει τα σκρινς αμυντικά είναι, ούτε θα είναι πολύ σοφό να τον κουράσεις με τέτοιες απαιτήσεις... Άρα νομίζω ότι ο Ολυμπιακός θα ρισκάρει λίγο με την αδύνατη πλευρά των Ρώσων, Γουίμς-Μίτσοβ-Τζάκσον-Έρτσεγκ, και προσωπικά είμαι αρκετά εντάξει με αυτό το ρίσκο. Ο άλλος τρόπος, κυρίως όταν στον Μίλος έχει πάει ο Λο ή ο Δημήτρης Κατσίβελης που σπάνε τα σκρινς πιο εύκολα, είναι ο ψηλός να πηγαίνει παράλληλα (ή να μένει μέσα) στο pick n roll (όπως έγινε και πέρσι στον τελικό) προκαλώντας στην ουσία τον Τεόντοσιτς να τριπλάρει προς τα μέσα ή να πάρει τα σουτ του πίσω από το σκριν. Με αυτόν τον τρόπο θα έχει αποκοπεί ο ένας πόλος που συνδέει την ΤΣΣΚΑ (..ο άλλος είναι ο Κριάπα) ενώ έχουμε ως δεδομένο ότι ο Τεόντοσιτς σκοράρει περισσότερο στις 5 ήττες της ΤΣΣΚΑ φέτος στην Ευρωλίγκα από ότι στις νίκες, 15.4 πόντους σε αυτά τα ματς έναντι 13.2 συνολικά. Στην ουσία πρόκειται για τις δύο τάσεις που είναι και οι κυρίαρχες σε όλη την καριέρα του Τεόντοσιτς, ο Ομπράντοβιτς προτιμούσε να τον πιέζει με παγίδες και τουλάχιστον να βγάζει την μπάλα από πάνω του στα Ολυμπιακός-Παναθηναικός, ο Ίβκοβιτς πέρσι στο τελικό του έδωσε περισσότερο σουτ και λιγότερες passing lanes.
gigabasket.org
Ο πιο δημιουργικός παίχτης της ΤΣΣΚΑ μαζί με τον Τεόντοσιτς είναι ο Βίκτορ Κριάπα. Κινείται πάντα προς τα έξω μετά το pick (ενώ τα 5αρια ρολάρουν πάντα μέσα, αν τώρα έχουμε τον Κρστιτς στο 4 αυτός παίζει τόσο pick n roll, όσο και pick n pop κινούμενος λίγο πιο μέσα όμως, στα 4-5 μέτρα) και αποτελεί το σκαλοπάτι για όλων των ειδών τις πάσες που συνδέουν την επίθεση της ΤΣΣΚΑ. Το πρόβλημα είναι ότι ο Ολυμπιακός έχει δείξει αδυναμία σε τέτοιες καταστάσεις, ιδιαίτερα στην δράση του Άντε Τόμιτς και του Ντούσκο Σαβάνοβιτς κόντρα σε Μπαρτσελόνα και Εφές αντίστοιχα και ο Κριάπα αποτελεί ακόμα μεγαλύτερο κίνδυνο γιατί πέρα από το γεγονός ότι μπορεί να σουτάρει με επιτυχία για τρεις, είναι ταυτόχρονα ένας από τους κορυφαίους πασέρ της Ευρωλίγκα με σχεδόν 4 ανά ματς. Ο Ολυμπιακός πρέπει να δώσει έμφαση στην δράση του 4αριού της ΤΣΣΚΑ (όπως και του κεντρικού pic n roll με τον σέντερ, εδώ έρχεται και κολάει το ρίσκο της weakside) με τις περιστροφές του, το ενδιαφέρον εδώ είναι ότι βασική κατεύθυνση στην επίθεση των Ρώσων είναι η πάσα από το 4αρι για ποστ παιχνίδι από το 5 με χαρακτηριστικό στοιχείο ότι το 50% των ασίστ του Κριάπα έχει παραλήπτες τους Κρστιτς και Καούν.
Ο Ολυμπιακός θα πρέπει να δοκιμάσει ίσως κάποια τρικς για να ανακόψει λίγο την κυκλοφορία της ΤΣΣΚΑ. Τα χαμηλά σχήματα με Παπ-Περπέρογλου στα forwards, από την στιγμή που ο Κριάπα έχει εξωτερική δράση κυρίως (στην ουσία έχει αντικαταστήσει τον Κιριλένκο χωρίς βέβαια την κίνηση χωρίς την μπάλα που είχε ο Αντρέι), θα μπορούσαν να δώσουν ενέργεια στην πίεση και τις περιστροφές. Η χρησιμοποίηση του Ντορόν Πέρκινς πάνω στους πλάγιους της ΤΣΣΚΑ επίσης, ακόμα και στον Έρτσεγκ, αν και έχω το ερωτηματικό πόσο καλά θα ξεγλιστρήσει στα πολλά σκρινς που χρησιμοποιούν οι Ρώσοι, ένας τομέας που ακόμα δεν με έχει πείσει ο συμπαθής Ντορόν. Ένα απλό κόλπο που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί, ιδιαίτερα όταν ο Μίλος είναι έξω και ο Θοδωρής Παπαλουκάς μέσα, είναι η χρήση ζώνης. Όχι ότι δεν έχουν υπομονή και κίνηση σε αυτές τις καταστάσεις αλλά και πάλι η δημιουργικότητα και το σουτ του Μίλος κάνει διαφορά.
Στην επίθεση ο Ολυμπιακός μπορεί να βρει πράγματα να εκμεταλλευτεί. Η ΤΣΣΚΑ δίνει αρκετές βοήθειες και είναι κλειστή προς τα πίσω, ο Ολυμπιακός μπορεί να την κάνει να κινηθεί και να βρει σουτ τόσο από τους κοντούς του πίσω από τα σκρινς, όσο και από τους πλάγιους μετά από καλή κυκλοφορία. Ατομικά οι στόχοι είναι γνωστοί, τα αργά πόδια των Τεόντοσιτς-Κρστιτς, η έφεση του Κριάπα να κάνει τον double team man και να ανοίγει σουτ για τον προσωπικό αντίπαλο. Αν ο Ολυμπιακός βάλει τα σουτ και μπορέσει να τρέξει ελεγχόμενα (έστω 2-3 καλάθια παραπάνω στο transition) θα έχει κάνει την μισή δουλειά.
Ο Γιώργος Μπαρτζώκας χαρακτήρισε την φετινή ΤΣΣΚΑ πιο γήινη από την περσινή υπερηχητική. Θα ξέρει και ο ίδιος όμως ότι ταυτόχρονα φέτος ο αντίπαλος έχει τόσες επιλογές που μπορεί να είναι το ίδιο δύσκολο να καταβληθεί όσο ήταν και πέρσι. Η ΤΣΣΚΑ έχει καλύψει κάποια μειονεκτήματα της από το περσινό ματς: την υπεροψία της και το γεγονός ότι μοναδικός δημιουργός ήταν στην ουσία ο ασταθής Μίλος Τεόντοσιτς, και έχει ξεκάθαρα τον πρώτο λόγο στον ημιτελικό. Ο Γιάννης Ιωαννίδης έβαλε αυτογκόλ μετά τον τελικό του Τελ-Αβίβ όταν είπε ότι 100 φορές να παίζαμε με τη Μπανταλόνα θα κερδίζαμε τις 99 (και έπρεπε η 100η να ήταν στον τελικό ρε Γιάννη;), στο δικό μας ζευγάρι την τελευταία διετία εκτιμώ λίγο πρόχειρα ότι στα 10 ματς Ολυμπιακός-ΤΣΣΚΑ οι Ρώσοι θα έπαιρναν τα 8. Το 9ο ήταν το περσινό, εύχομαι το 10ο να είναι την Παρασκευή το βράδυ και ας μείνουν αυτοί με τα 8 που υποτίθεται ότι θα κερδίσουν κάπου-κάπως-κάποτε.
Το Λονδίνο, το όποιο θα φιλοξενήσει για πρώτη φόρα το Final Four της Ευρωλίγκα, θα είναι ο τόπος που θα δώσει την ευκαιρία στους φίλους του μπάσκετ να ξαναγίνουν μάρτυρες ενός Ισπανικού εμφυλίου, του τρίτου συνολικά σε ημιτελικό και πρώτου μετά από 17 ολόκληρα χρόνια. Το 1996 σε μια άλλη μεγάλη Ευρωπαϊκή μητρόπολη, το Παρίσι , η Μπαρτσελόνα και η Ρεάλ μονομαχούσαν και πάλι για το ποιος θα εξασφάλιζε το εισιτήριο του τελικού, με την Μπαρτσελόνα να επικρατεί και να προκρίνεται για τον, όπως αποδείχθηκε επεισοδιακό, τελικό με τον Παναθηναϊκό… Χαρακτηριστικό είναι ότι ακόμα και οι πεσμένοι μπασκετικά Ιταλοί είχαν πιο πρόσφατες αναμνήσεις από εμφύλιες αναμετρήσεις σε ημιτελικούς με την Σιένα να χάνει και τις δύο φορές από Μπενετόν Τρεβίζο και Φορτιτούντο Μπολόνια το 2003 και το 2004 αντίστοιχα. Όμως αν και το Final Four του 1996 αρχίζει να χάνεται σιγά-σιγά στην λήθη του χρόνου, με το το μπάσκετ να έχει αλλάξει ριζικά από τότε, κάποια πράγματα παρέμειναν σταθερά. Όπως και τότε, η Ρεάλ παραμένει η πολυνίκης του θεσμού ενώ η Μπαρτσελόνα εξακολουθεί να πηγαίνει πιο συχνά σε Final Four. Μάλιστα τα τελευταία 17 χρόνια οι Καταλανοί έχουν εδραιώσει ακόμα περισσότερο την κυριαρχία τους έναντι των Καστιγιάνων, τόσο σε Ευρωπαϊκό επίπεδο έχοντας πάει σε 6 φορές σε Final Four (κατακτώντας δύο από αυτά), όσο και σε εγχώριο, με την Ρεάλ να παίρνει το τελευταίο της πρωτάθλημα το 2006-2007 και την Μπαρτσελόνα να έχει απολογισμό 3 πρωταθλήματα και 3 Κύπελλα τα 4,5 τελευταία χρόνια… Και όμως την περσινή σεζόν με τον…ταπεινό Πάμπλο Λάσο ως προπονητή η Ρεάλ έφτασε κοντά στο να καταφέρει να αλλάξει τα κόζια στο Ισπανικό μπάσκετ. Πρώτα με την θριαμβευτική επικράτηση στο Κύπελλο Ισπανίας και ακόμα πιο πολύ όταν έσπαγε το πλεονέκτημα έδρας της Μπαρτσελόνα στους τελικούς της ACB... και ακολουθούσε η νίκη με 30 πόντους μέσα στην Μαδρίτη στον τρίτο τελικό κάνοντας το 2-1 υπέρ της Ρεάλ η οποία ήθελε μόνο μια νίκη μπροστά στο κοινό της για να γίνει πρωταθλήτρια. Αλλά όπως μας απέδειξε η Μπαρτσελόνα (και στην φετινή σειρά των προημιτελικών της Ευρωλίγκας με τον Παναθηναικό) δεν είχε έλλειψη από ψυχικά αποθέματα, το αντίθετο, ξαναέφερε την σειρά στο σπίτι της και άφησε την Ρεάλ στην γνώριμη μοίρα της να ξοδεύει δηλαδή σεβαστά χρηματικά ποσά, και να μένει με τα λεφτά στο χέρι και χωρίς σημαντικούς τίτλους. Το ξεκίνημα φέτος Μια ηττοπάθεια που δείχνει να συνεχίζεται μέχρι αποδείξεως του εναντίου και φέτος, με την Ρεάλ να χάνει τον προημιτελικό του Κυπέλλου από την Μπαρτσελόνα ενώ ήταν πρωτοπόρος στο πρωτάθλημα και η Μπαρτσελόνα είχε καταφέρει να μπει με τα χίλια ζόρια στους 8 του Κόπα Ντελ Ρει. Και όμως με βάση τα αποτελέσματα (αν εξαιρεθεί ο…λεκές του Κυπέλλου) η χρονιά πάει εξαιρετικά για τους Μαδριλένους, με την ομάδα να προκρίνεται με μεγαλύτερη τελικά άνεση στο Final Four από την αιώνια αντίπαλο της και να έχει εξασφαλίσει από τον πρώτο κιόλας γύρο την πρώτη θέση στην κανονική περίοδο του Ισπανικού πρωταθλήματος, σε μια λίγκα που αναγνωρίζεται ως η καλύτερη και πιο ανταγωνιστική σε όλη την Ευρωπαϊκή ήπειρο. Την ίδια σεζόν η Μπαρτσελόνα ξεκίνησε με κλυδωνισμούς έχοντας να προσαρμόσει δύο νέους σέντερ με διαφορετικό στυλ από τους προκατόχους τους και μια περιφέρεια που στις θέσεις 1 και 2 δεν φημιζόταν για την πίεση στην μπάλα εκτός του Σάδα. Στα ήδη προϋπάρχοντα προβλήματα προστέθηκαν και άλλα ερωτηματικά: ο Πιτ Μάικλ ξεκίνησε μέτρια την χρονιά, ο Ναβάρο μια έπαιζε και μια δεν έπαιζε, ο Γιασικεβίτσιους ήταν για συγκεκριμένη χρονική χρήση και ο Χούερτας εξακολουθούσε να μην μπορεί να σηκώσει το βάρος της φανέλας της Μπαρτσελόνα θυμίζοντας περισσότερο τον παίχτη που μοίρασε μόνο 7 ασσίστς στους πέντε Ισπανικούς τελικούς του 2012 παρά τον μπασκετικό μαέστρο της Κάχα. Ευτυχώς για την Μπαρτσελόνα σε αυτήν την περίπτωση ίσχυσε το ουδέν κακό αμιγές καλού, αφού την ίδια ώρα που αντιμετώπιζε τεράστια προβλήματα στην διαχείριση των ματς του Ισπανικού πρωταθλήματος, είχε την τύχη να πέσει στον πιο εύκολο όμιλο της πρώτης φάσης της Ευρωλίγκας με αντίπαλους τις Μπάμπεργκ, Λιέτουβος Ρίτας, Παρτιζάν, Μπεσίκτας και μόνο ουσιαστικά σοβαρό αντίπαλο την ΤΣΣΚΑ. Κάπως έτσι η Μπαρτσελόνα πήρε σταδιακά τα πάνω της στο top-16, με τους ψηλούς να έχουν βρει ρόλο σε άμυνα και επίθεση, τους Χουέρτας και Μάικλ να ανεβάζουν σταδιακά την απόδοσή τους και τον προπονητή Τσάβι Πασκουάλ να εφαρμόζει αμυντικά τρικς όπως την ζώνη που του χάρισε ένα πρωτάθλημα πέρσι και μια πρόκριση στο Final Four φέτος. Τελικά όμως ποια ομάδα είναι η καλύτερη; Το μόνο σίγουρο είναι ότι στο τέλος της σεζόν θα έχουν συναντηθεί σε όλες τις πιθανές διοργανώσεις που υπήρχε αυτή η δυνατότητα, Σούπερ Κόπα, Πρωτάθλημα, Κύπελλο και σε λίγες μέρες και στην Ευρωλίγκα. Προς το παρόν οι τέσσερις αναμετρήσεις μέχρι τώρα μας προσφέρουν την δυνατότητα να βγάλουμε κάποια συμπεράσματα και να κάνουμε ορισμένες υποθέσεις για το τι μπορεί να συμβεί στον ημιτελικό αλλά όχι και σε πλήρη βαθμό αφού σε αυτά τα ματς είχαμε παρουσίες παικτών που δεν θα δούμε στο Λονδίνο (Μαικλ, Όλεσον, Νταρντέν) και απουσίες προσώπων που θα παίξουν στον αγώνα της Παρασκευής (Ναβάρο δύο φορές, Γιασικεβίτσιους και Γουάλας από μία).
Πηγαίνοντας πίσω στην αρχή της χρονιάς όταν κατά την διάρκεια του μεταγραφικού παζαριού, η Ρεάλ ήξερε ότι ο Ρούντι Φερνάντεθ θα έμενε αυτήν την φορά μέχρι τέλους της σεζόν και έφερνε μαζί τους Ντρέιπερ, Σλότερ, ήταν φανερό ότι υπήρχε σχέδιο στο στρατόπεδο των Μαδριλένων. Με την παρουσία μιας περιφέρειας (Ροντρίγκεθ, Γιουλ, Ντρέιπερ, Φερνάντεθ) που θα μπορούσε να πιέσει τον αντίπαλο και να κλέψει την μπάλα παρέα με τον ερχομό του Σλότερ που ήταν επιτέλους ο γρήγορος, αλτικός και καλός αμυντικός screener σέντερ που έψαχναν στην Μαδρίτη, η Ρεάλ θα επιδίωκε την καλή άμυνα που θα έφερνε το fast break παιχνίδι με το όποιο θα κυριαρχούσε. Ενδεικτικό των προθέσεων το φιλικό προετοιμασίας με την συμπολίτισσα Εστουντιάντες.
Και μπορεί να μην ήρθε ο Ντάρκο Μίλισιτς για τον όποιον ακούγονταν μεταγραφικές φήμες αλλά ο ερχομός ενός από τους πιο ανερχόμενους ψηλούς που έπαιζαν στην Ισπανία, του Ράφαελ Χέτσμειερ από την Σαραγόσα, έδινε υποσχέσεις για αναπλήρωση του ποστ παιχνιδιού που έδινε ο Τόμιτς, με έξτρα μενού το καλύτερο σουτ του Βραζιλιάνου σε σύγκριση με τον Κροάτη. Τα παραπάνω όμως έμειναν απλά στην θεωρία γιατί στην πραγματικότητα ο Χέτσμειερ εντάχθηκε πολύ αργά στην Ρεάλ (πχ. μπήκε στην δωδεκάδα για πρώτη φορά στα τέλη Νοεμβρίου) και ακόμα δεν έχει προσαρμοστεί στις απαιτήσεις της ομάδας.
Face to Face Ενώ πράγματι η Ρεάλ φέτος τα πάει καλά στα κλεψίματα ως τρίτη στο top-16 της Ευρωλίγκα και 2η στο Ισπανικό πρωτάθλημα αυτήν την στιγμή, αυτό δεν ήταν αρκετό ώστε στο σύνολο των ματς απέναντι στην Μπαρτσελόνα να επιβάλει τον γρήγορο ρυθμό στο παιχνίδι. Αντιθέτως παρασύρθηκε σε ένα πιο αργό τέμπο και σε 5 εναντίον 5 που ακόμα και με την μεγάλη απώλεια του Μάικλ βολεύει περισσότερο την Μπαρτσελόνα σε σύγκριση με την Ρεάλ. Το στοιχείο που δυσχεραίνει περισσότερο την θέση της Ρεάλ σε αυτές τις καταστάσεις (ενώ υπάρχουν πολλοί επικίνδυνοι και ικανοί σουτέρ στην ομάδα) είναι ότι μέσα στην αγωνιστική περίοδο που διανύουμε έχουν ουκ ολίγες φορές παρουσιάσει ανεξέλεγκτη εικόνα στις προσπάθειες τριών πόντων με αποτέλεσμα η κατανομή μεταξύ τριπόντων και διπόντων να είναι υπερβολική σε αυτές τις περιπτώσεις υπέρ των σουτ τριών πόντων. Μια "τρίποντη εξάρτηση" που φαίνεται από το στατιστικό δεδομένο που μας λέει ότι η Ρεάλ είναι η πρώτη στις προσπάθειες τριών πόντων στο top-16, και που μετατρέπεται αυτόματα σε πρόβλημα για την Βασίλισσα γιατί είναι και ταυτόχρονα η τελευταία σε ευστοχία στα σουτ αυτά. Το αντίδοτο στο πρόβλημα αυτό το παρατηρήσαμε επιτέλους στο τελευταίο Ρεάλ-Μπαρτσελόνα με το φόρτωμα επιθέσεων στα χέρια των ψηλών με Μπέγκιτς (11 προσπάθειες δίποντων), Ρέγες (12 προσπάθειες δίποντων), Μίροτιτς (8 προσπάθειες) και Σλότερ (4 σουτ για δύο) και αναλογία 56 δίποντα και 18 μόλις τρίποντα, κάτι που αποδείχθηκε ορθό αφού, και το ποσοστό ευστοχίας στα τρίποντα ήταν χαμηλό με 22%, και με την προτίμηση για περισσότερο inside game κερδήθηκε το ματς. Παρόλο αυτά, αδιαμφισβήτητα η frontline της Ρεάλ δεν δείχνει να έχει το βάρος και την σημασία που έχει αυτή της Μπαρτσελόνα (σε βαθμό που αν ο Ολυμπιακός προτιμούσε έναν αντίπαλο από τους υπόλοιπους τρεις του Final Four για να μην φανούν οι δικές του αδυναμίες στην ρακέτα αυτός μάλλον θα ήταν η Ρεάλ) γιατί με τον Σλόττερ να έχει πολύ συγκεκριμένα επιθετικά εφόδια με alley-oops και επιθετικά ριμπάουντς, τον Μπέγκιτς να μην έχει σε καμία περίπτωση το επιθετικό ταλέντο του ισοϋψή περίπου Τόμιτς και τον Χετσμείερ να είναι η νούμερο 1 περίπτωση άσχημης αξιοποίησης από μια ομάδα φέτος, όσο και να συνεισφέρει σε δύναμη και μαχητικότητα ο Ρέγες και σε μπασκετική φινέτσα ο Μίροτιτς πολύ απλά δεν τρομάζει κανέναν αυτή η γραμμή ψηλών χωρίς να σημαίνει όμως ότι πρέπει να πάρει κανείς αψήφιστα το πράγμα. Βέβαια ακόμα και αν δεν αλλάξει τίποτα συγκλονιστικό στην συνεισφορά των ψηλών στο επιθετικό παιχνίδι της Ρεάλ, το ρόστερ των Μαδριλένων μπορεί να προκαλέσει προβλήματα στις καταστάσεις μισού γηπέδου στην άμυνα της Μπαρτσελόνα. Μια άμυνα που, αντικαθιστώντας δύο σέντερς εξπέρ στην αντιμετώπιση των pick n roll με δύο 5αρια σαφώς ικανότερα στο ποστ παιχνίδι αλλά πιο αργά από τους προκατόχους τους, έπρεπε να στραφεί στην λύση να μένουν οι σέντερς στο ζωγραφιστό όπου με το ύψος τους (Τόμιτς) και τον όγκο τους (Τζαβάι) θα έκλειναν διαδρόμους και θα κάλυπταν οι ίδιοι το μειονέκτημα τους στην ταχύτητα προσθέτοντας παράλληλα πινελιές με hedge out στα όποια ο Αυστραλός με εκρηκτικότητα που θα ζήλευε και ο συνάδελφος στα κιλά Σχορτσιανίτης είναι πολύ πιο αποτελεσματικός από τον Κροάτη.
Και αυτές οι έξοδοι είναι απαραίτητες από τους ψηλούς της Μπαρτσελόνα γιατί οι περιφερειακοί της Ρεάλ μπορούν εύκολα να εκμεταλλευτούν ενδεχόμενο βύθισμα τους στην ρακέτα με τους Ροντρίγκεθ και Γιουλ να μπορούν με ένα απλό σκριν να σουτάρουν από το τρίποντο ή λίγο πιο μέσα και τους Κάρολ, Ροντρίγκεθ, Γιουλ, Φερνάντεθ να είναι όλοι τους ικανοί να προκαλέσουν ρήγματα σκοράροντας, παίρνοντας φάουλ ή πασάροντας ακόμα και αν ο σέντερ τους περιμένει ακριβώς κάτω από την ρακέτα. Είτε γιατί οι τρείς πρώτοι έχουν ως κοινό στοιχείο στην δυείσδυση τους, το floater που δυσκολεύει ακόμα περισσότερο την αναχαίτισή τους, είτε στην περίπτωση Ρούντι λόγω άλματος.
Αλλά δεν είναι μόνο οι σέντερς ή οι περιφερειακοί της Μπαρτσελόνα στους όποιους εντοπίζονται αδυναμίες στα ένας εναντίον ενός match-ups αφού και ο Μίροτιτς, που δεν πλήγωσε μέχρι στιγμής όσο θα μπορούσε από την γραμμή των 6 και 75 την ομάδα της Μπαρτσελόνα, έχει δείξει φέτος ότι όποτε θέλει μπορεί να πάρει τον διάδρομο και να ξεφύγει με την ταχύτητα του έναντι των Λόρμπεκ και Γουάλας.
Κατά συνέπεια ξέρουμε από τώρα ότι μια από τις απαντήσεις της Μπαρτσελόνα σε αυτά τα μπασκετικά προβλήματα θα είναι η ζώνη (που όπως προαναφέρθηκε ήδη έχει χρησιμοποιηθεί με επιτυχία από τον Πασκουάλ) και σκοπός της είναι να κάνει την Ρεάλ να χάσει χρόνο στην οργάνωση της επίθεσης, να μειώσει τα ατομικά πλεονεκτήματα της στα match-ups και να την αναγκάσει να γυρίσει στο ενστικτώδες παιχνίδι της, δηλαδή να δοκιμάσει και πάλι πολλά τρίποντα.
Το θετικό της υπόθεσης για την Ρεάλ είναι ότι έχει αντιμετωπίσει ήδη κάποιες φορές τέτοιες κλειστές άμυνες από την μεριά της Μπαρτσελόνα και έχει εξασκηθεί κάπως βρίσκοντας λύσεις με μεθόδους όπως το ποστ παιχνίδι από τον Μπέγκιτς, το σουτ στις γωνίες από τον Ρούντι ή το pick n roll με στόχο την λόμπα στον Σλόττερ για alley-oop ή την χρήση του power forward για σουτ τριών πόντων ή ως ενδιάμεσο σταθμό μέσα στην ρακέτα για πάσα στον Σλότερ και πάλι.
Συμπερασματικά η Ρεάλ έχει αρκετά πολεμοεφόδια (παίκτες που μπορούν να ολοκληρώνουν πίσω από την πλάτη της άμυνας με alley-oop ή να την τρυπάνε με διεισδύσεις/ρήγματα και που ο καθένας από την περιφέρεια έχει καλό σουτ ) για να δημιουργηθούν σοβαρές πιθανότητες (με ψύχραιμη διαχείριση) ώστε να προβληματιστεί λιγότερο από όσο αναμένεται από την ζώνη, ακόμα και αν η Μπαρτσελόνα δοκιμάσει κόλπα για να της κάνει την ζωή ακόμα πιο δύσκολη (π.χ με το δοκιμασμένο 4 να παίζουν την άμυνα αυτή και ένας να κυνηγάει τον Κάρολ).
Από την άλλη ακόμα και αν η Μπαρτσελόνα κρυφτεί πίσω από την ζώνη δεν θα έχει λύσει όλα τα προβλήματα της γιατί ήδη από τα ματς με τον Παναθηναϊκό διαπιστώθηκε πόσο μεγάλη απώλεια είναι αυτή του Πιτ Μαικλ και στο επιθετικό post-up παιχνίδι του αλλά και στο αμυντικό post-up παιχνίδι της θέσης 3 όπου τα εναπομείναντα τριάρια της Μπαρτσελόνα είναι ευάλωτα στο αντίπαλο ποστάρισμα. Και είναι ένα σημείο στο όποιο πρέπει να στοχεύσει περισσότερο η Ρεάλ , ιδιαίτερα για όσο παίξει ο Σουάρεθ τον όποιο φυσιολογικά δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν στο ένας εναντίον ενός.
Πέρα όμως από τα προφανή κενά που αφήνει στο παιχνίδι με πλάτη ο Μαικλ ήταν επίσης ένα πολύ χρήσιμο κλειδί στην εκδήλωση των αιφνιδιασμών της Μπαρτσελόνα κάτι που παρατηρήθηκε σε αρκετές περιπτώσεις στο αγώνα Κυπέλου. Είναι ένα ακόμη στοιχείο στο όποιο "ψάχνεται" η Μπαρτσελόνα και προσπάθησε στην Μαδρίτη μέσω του Ίνγκλις να υποκαταστήσει, θέλοντας να αξιοποιήσει τον Αυστραλό σε δύο επιθετικές κατευθύνσεις, είτε βγαίνοντας δυναμικά από τα σκρινς για 3 πόντους, είτε λανσάρωντας ένα play όπου ο Ίνγκλις παίρνει πικ και τελειώνει με drive στην ρακέτα με εντυπωσιακά αποτελέσματα όπως έδειξαν οι 18 πόντοι του.
Θα είναι μεν απίθανο να δούμε οποιοδήποτε από τα τριάρια της Μπαρτσελόνα να ποστάρει όπως ο Μάικλ αλλά οι εμφανίσεις των Αμπρίνες και Ίνγκλις με Παναθηναϊκό και Ρεάλ αντίστοιχα δίνουν υποσχέσεις, ότι ακόμα και αν δεν αναλάβουν πρωταγωνιστικό ρόλο, δεν θα είναι τουλάχιστον τελείως ακίνδυνοι για τον αντίπαλο σε ένα ματς που η συμμετοχή του καθενός και ό,τι επιπλέον προσφέρει, ίσως και να κάνει την διαφορά σε μια πιθανότατα οριακή εξέλιξη του.
Το μεγαλύτερο όμως όπλο της Μπαρτσελόνα είναι φυσικά οι θέσεις ψηλών με τους Λόρμπεκ και Τόμιτς να καλύπτουν ήδη από μόνοι τους τις ανάγκες του πιο απαιτητικού μπασκετόφιλου στο παιχνίδι με πλάτη. Επιπρόσθετα ο Τόμιτς ενεργοποιείται στο pick n roll παιχνίδι σε έκταση που δεν είχαμε συνηθίσει στην Ρεάλ εκμεταλλευόμενος την παρουσία παικτών που είναι πολύ καλοί σε αυτό (Γιασικεβίτσιους, Χουέρτας και Ναβάρο) κάνοντας έτσι ακόμα πιο δύσκολο το πλάνο αντιμετώπισης της ρακέτας των Μπλαουγκράνα.
Η Ρεάλ από την πλευρά της με πρόσφατες τις αναμνήσεις από αυτά που της έκανε ο Λόρμπεκ στους Ισπανικούς τελικούς του 2012, έβαλε από την αρχή της χρονιάς ως έναν από τους βασικούς στόχους της αμυντικής στρατηγικής να μην αφήσει κανένα απολύτως περιθώριο για τον Έραζεμ στο ζωγραφιστό δίνοντας πάντα βοήθειες όταν προσπαθούσε να ποστάρει, μια επιλογή που απέδωσε καρπούς αφού φέτος εξουδετέρωσε σημαντικά το συγκεκριμένο επιθετικό όπλο του Σλοβένου για τον όποιο πάντως θα ήταν έτσι και αλλιώς δύσκολο να συνεχίσει να ποστάρει όσο θα ήθελε αφού οι Τόμιτς και Τζαβάι του παίρνουν σημαντικό μερίδιο από το post-up παιχνίδι αναγκάζοντάς τον να μένει πιο εξωτερικά.
Όσο αφορά την άμυνα της Ρεάλ στους Τόμιτς και Τζαβάι τα πράγματα φαντάζουν πιο περίπλοκα αφού ο Λάσο ξεκίνησε με την πρόθεση της δυναμικής αντιμετώπισης των pick n roll της Μπαρτσελόνα με τον Σλότερ στην πεντάδα, ώστε να ανακόψει το σκοράρισμα παικτών όπως ο Ναβάρο και ο Γιασικεβίτσιους και την δημιουργία τους που προοριζόταν για τους ψηλούς, ένα σχέδιο με λογική που όμως αποδείχθηκε στην πράξη μοιραίο. Διότι η βοήθεια που έδιναν τα τεσσάρια ή ο περιφερειακός για να κόψουν το pick n roll έδινε τρίποντο με καλές προϋποθέσεις στον παίκτη της Μπαρτσελόνα τον όποιον μάρκαραν, σουτ τα όποια μπήκαν και πέταξαν στα σκουπίδια την συγκεκριμένη προσέγγιση του Λάσο στο ματς αυτό.
Και η Μπαρτσελόνα δεν έμεινε μόνο σε αυτήν την διέξοδο αλλά ακολούθησε και εναλλακτικές στρατηγικές με τον περιφερειακό της να παίρνει πικ από τον έναν ψηλό και να πασάρει στον άλλον ,όχι στο τρίποντο αλλά πλησιέστερα στην ρακέτα, αναγκάζοντας τον Λάσο σε μια όχι τελείως αναπάντεχη στροφή στην αμυντική προσέγγιση η όποια παρατηρήθηκε στο πιο πρόσφατο Ρεαλ-Μπαρτσελόνα.
Μια αλλαγή η όποια ίσως υποβοηθούμενη και από την απουσία του Ναβάρο κρατούσε τον Σλόττερ και τους άλλους ψηλούς μέσα και υποχρέωνε τον Αμερικάνο και τον Ρέγες να δίνουν πολλές φαινομενικά άνισες μάχες με τα 5αρια της Μπαρτσελόνα, μια κίνηση που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ρίσκο και ας δικαιώθηκαν για αυτήν.
Ρίσκο όχι μόνο εξαιτίας των αντιπάλων σέντερ που είχαν να αντιμετωπίσουν οι undersized Σλότερ και Ρέγες, αλλά και γιατί άφηνε περιθώριο για σουτ όχι μόνο στον Χουερτας αλλά ακόμα και στον Γιασικεβίτσιους όπως δείχνουν τα παρακάτω δείγματα του τετάρτου δεκαλέπτου (που ξέρουμε πολύ καλά όλοι μας ότι με ακριβώς αυτά τα σουτ χαρίζει μεγάλους τίτλους εδώ και χρόνια στις ομάδες του).
Το αν με την παρουσία του Ναβάρο συνεχιστεί το ίδιο τρικ από την Ρεάλ είναι αβέβαιο, όμως δεν αποκλείεται να υπάρξουν εκπλήξεις με πράγματα που δεν μας έχουν συνηθίσει οι προπονητές φέτος και που θα μπορούσαν να είναι: η χρησιμοποίηση του Σουάρεθ ως ελαφρύ τεσσάρι για ακόμα πιο ευέλικτη και γρήγορη ομάδα, επαναφορά του διδύμου Γουάλας-Λόρμπεκ που λειτούργησε στους Ισπανικούς τελικούς ή ακόμη και αμυντικά σχήματα με τον Σλόττερ ως τεσσάρι και τον Μπέγκιτς για 5αρι με σκοπό να συνδυαστούν τα δυναμικά hedge out από τον Σλόττερ στους περιφερειακούς και να τεθεί παράλληλα η μεγαλύτερη δυνατή δυσκολία για τον Τόμιτς απέναντι σε ένα από τους λίγους σέντερ που είναι στο ίδιο ύψος με τον Κροάτη.
Pole position
Αλλά αν κυλήσουν τα πράγματα φυσιολογικά και στα αναμενόμενα πλαίσια, τότε σε γενικές γραμμές αυτά που θα θέλει η κάθε ομάδα για να γύρει την πλάστιγγα υπέρ της, είναι για την Μπαρτσελόνα να ελέγξει τον ρυθμό και σε αυτό το παιχνίδι πηγαίνοντας σε set καταστάσεις, με εξασφάλιση των αμυντικών ριμπάουντς στα όποια ήταν πρώτη στο top-16, συνεργασίες περιφερειακών και ψηλών και ορισμένα τρίποντα από τους πλάγιους παίκτες (τεσσάρια η περιφερειακούς) ώστε να αποτραπούν οι σκέψεις κλειστής άμυνας από την Ρέαλ.
Aπό την πλευρά της Ρεάλ απαιτείται όσο γίνεται γρήγορος ρυθμός, με κλεψίματα καλές άμυνες και εκμετάλλευση της ατομικής υπεροχής, ενώ εξίσου καθοριστικό είναι να διατηρήσει τα λίγα λάθη που κάνει στατιστικά στην Ευρωλίγκα (πρώτη στο top-16 με τα λιγότερα), και να εκμεταλλευτεί όσο περισσότερο γίνεται ένα ακόμη μεγάλο όπλο της, τα επιθετικά ριμπάουντς στα όποια ήταν επίσης πρώτη στο top-16 της Ευρωλίγκας. Το πόσο σημαντικά είναι τα δύο τελευταία στοιχεία είχαμε την ευκαιρία να το διαπιστώσουμε στο ματς της Μαδρίτης όπου η Ρεάλ με 7 μόλις λάθη και 18 επιθετικά ριμπάουντς επιβεβαίωσε την σύνδεση των στατιστικών δεδομένων με την απτή πραγματικότητα παρά το γεγονός ότι η Μπαρτσελόνα είναι θεωρητικά δυνατή στα αμυντικά ριμπάουντς.
Σε τελική σύγκριση η Ρεάλ είναι μια ομάδα με περισσότερη ενέργεια από την Μπαρτσελόνα και όταν ο Παναθηναϊκός του περιορισμένου ρόστερ και των 2,5 γκαρντ θέτει ζητήματα ενέργειας στην Μπαρτσελόνα τότε με τη Ρεάλ τα πράγματα αναμένονται ακόμη πιο δύσκολα. Όμως η Μπαρτσελόνα έχει με τον Πασκουάλ έναν προπονητή σαφώς εμπειρότερο που έχει κατακτήσει ό,τι θα μπορούσε να κατακτήσει (Κύπελλο, πρωτάθλημα, Ευρωλίγκα) με ωραίο μπάσκετ κατά καιρούς και μια βάση παικτών που είναι ψημένοι σε Final four Ευρωλίγκα (Ναβάρο, Γιασικεβίτσιους, Σάδα, Λόρμπεκ) κάτι που δίνει στους Καταλανούς ένα μικρό τουλάχιστον προβάδισμα στην διαχείριση του ημιτελικού και σε πιθανή πρόκριση στον τελικό συνδυάζοντας πάντα αυτά τα στοιχεία με το ψυχολογικό βάρος της Ρεάλ να κερδίσει επιτέλους την Μπαρτσελόνα σε ένα παιχνίδι τέτοιας σημασίας.