The Memory Remains pt.12: Inaki de Miguel


ΗΡΘΕ τον Αύγουστο του 1999 για να γίνει μέλος του πιο Αμερικάνικου Ολυμπιακού που είδαμε ποτέ όταν η επιστροφή του Ξανθού στον πάγκο έφερε στην ομάδα κοντά μισή ντουζίνα Αμερικάνους (Κρις Μόρις, Τζέιμς Ρόμπινσον, Τζος Γκραντ, Μάικ Μπράουν - αν και αυτός δεν ήρθε ποτέ, Σον Ρίσπερτ). 

Ο Ινιάκι (ή Ιγνάθιο όπως μας πρωτοσυστήθηκε) Ντε Μιγκέλ ήταν η τελευταία μεταγραφή, αυτή που θύμισε περισσότερο oldschool Ιωαννίδη, αυτόν που η άγνοιά (ή έστω η μέτρια γνώση) του στην Αμερικάνικη αγορά τον έκανε δύσκολο στο να πει το ναι για μη Ευρωπαίο παίχτη, πριν οι επιρροές από την παρέα με τον Πατ Ράιλι και το ΝΒΑ κάνουν την εμφάνισή τους.

Ο Ντε Μιγκέλ ξεκίνησε από τους φοιτητές της Εστουντιάντες (φοιτητές ήταν οι ιδρυτές της ομάδας και από τότε έμεινε το παρατσούκλι) και συνέχισε από τα εφηβικά του χρόνια στην ίδια ομάδα σε μια πορεία που ξεκίνησε από τις μικρές Ισπανικές κατηγορίες και έφτασε μέχρι την Εθνική ομάδα και την μεταγραφή του στον Ολυμπιακό.

Το 1998-99 είχε την καλύτερή του χρονιά, ήταν η πρώτη του σαν βασικός, με 8 πόντους και 4 ριμπάουντς μέσους όρους στην ACB με συνέπεια να κληθεί από τον Λόλο Σάινθ για το Ευρωμπάσκετ της Γαλλίας το καλοκαίρι του 1999.

Εκεί ο Ντε Μιγκέλ παρουσιάστηκε σε όλη την Ευρώπη πια, ήταν ο 3ος σκόρερ της Ισπανίας με 8.4 πόντους (πίσω μόνο από Ερέρος και Αλφόνσο Ρέγιες), είχε ακόμα 4.4 ριμπάουντς και η καλή του παρουσία έγινε ακόμα πιο λαμπερή όταν οι Ισπανοί έφτασαν μέχρι τον τελικό κατακτώντας το ασημένιο μετάλλιο του τουρνουά.



Την ώρα που ο Ντε Μιγκέλ γινόταν γνωστός στο κορυφαίο Ευρωπαικό επίπεδο, στον Ολυμπιακό είχαν τα δικά τους θέματα.
Ο Φαμπρίτσιο Ομπέρτο είχε τάσεις φυγής και δεν υπολογιζόταν (αποχώρησε λίγο αργότερα), ο Μάικ Μπράουν δεν μπήκε στο αεροπλάνο για Πειραιά παρά τη συμφωνία και η ομάδα έμεινε με τους δύο βασικούς ψηλούς, Γκραντ και Τάρλατς, συν τους δύο νεαρούς που δεν φαινόταν να υπολογίζονται για μεγάλο ρόλο, τους Σούλη και Ζεβροσένκο. 
Με δεδομένο το ιστορικό ατυχίας στη γραμμή των ψηλών κάθε χρόνο, ήταν επιτακτική ανάγκη μια επιπλέον λύση. 

Η τελική επιλογή για τον τρίτο βασικό ψηλό ήταν ο Ντε Μιγκέλ.
Ο Ιωαννίδης τον ήθελε πολύ και πίεσε για την απόκτησή του αλλά η Εστουντιάντες πρόβαλε μεγάλη αντίσταση.
Ο Ολυμπιακός έφτασε να δώσει 400 εκατομμύρια δραχμές για να λύσει το συμβόλαιο του με την Εστουντιάντες, για να αγοράσει τον παίχτη - και αν προσθέσουμε και την αμοιβή του ίδιου για το τετραετές συμβόλαιο (4+1 με option του παίχτη), περίπου 100 εκ. ανά χρόνο, φθάσαμε να μιλάμε για μια από τις πιο ακριβές μεταγραφές που έχουν γίνει ποτέ στην Ελλάδα.

Ο Ινιάκι δεν ήταν ο τύπος του ανθρώπου που θα αναζητούσε φοβερές περιπέτειες μακριά από την πατρίδα, ήταν πολύ δεμένος με την ομάδα και την πόλη.
Η Εστουντιάντες δεν ήθελε να τον δώσει και του έλεγε ότι μακριά από την Ισπανία, ο Σάινθ δεν απλώνεται ποτέ για παίχτες για την Εθνική. 
Ο γάμος του με την Λορένα (μαζί από τα 17, παντρεύτηκαν το καλοκαίρι του 1999) και η νέα αρχή που είχαν φανταστεί ασφαλώς και δεν είχε σχεδιαστεί να γίνει στην Ελλάδα.


τα πρώτα Ολυμπιακά Χριστούγεννα - Δεκ. 1999
Όλα αυτά θα μπορούσαν να είχαν λειτουργήσει ανασταλτικά για την ολοκλήρωση της μεταγραφής.
Όμως εκείνο το καλοκαίρι ο Ντε Μιγκέλ θα τα έκανε όλα. Γάμο, μετάλλιο σε Ευρωμπάσκετ, μεγάλη μεταγραφή. 

Στην πραγματικότητα ο Ολυμπιακός εκείνη τη χρονική στιγμή πλήρωσε όχι μόνο την αξία του παίχτη αλλά και το momentum, είχε φτάσει αργά στο καλοκαίρι ψάχνοντας για παίχτη, με την ανάγκη να πιέζει και τον Ντε Μιγκέλ να έρχεται από ένα εξαιρετικό Ευρωμπάσκετ.
Άρα σαφώς και πλήρωσε πολλά περισσότερα από όσα άξιζε ο Ντε Μιγκέλ ή από όσα θα του κόστιζε η ίδια μεταγραφή ένα μήνα πριν.


Παρόλα αυτά ο Ντε Μιγκέλ είχε όντως πράγματα να δώσει, ήταν αρκετά γρήγορος με σκληρό, αθλητικό κορμί, εξαιρετικός για τις βρόμικες δουλειές των ριμπάουντς και της άμυνας, μπορούσε να παίξει και στις δύο θέσεις των ψηλών και σε καλή ηλικία στα 26 του χρόνια άρα σαφώς και ήταν καλή επιλογή.


ΕΠΑΙΞΕ για τέσσερα χρόνια στον Ολυμπιακό από το 1999 μέχρι το 2003.


Την πρώτη του χρονιά επί Ιωαννίδη ερχόταν πίσω από Γκραντ και Τάρλατς σε ένα rotation τριών παιχτών στις θέσεις των ψηλών, λίγο στο 4, λίγο στο 5.
Έκανε μια χρονιά αναγνωριστική, την πρώτη μακριά από τη Μαδρίτη, και ενώ δεν ήταν άσχημος μάλλον έπεσε θύμα των απαιτήσεων που υπήρχαν από αυτόν.
Ο Ολυμπιακός θα μπορούσε να είχε φέρει παίχτη σταρ με αυτό το πόσο, ο Ντε Μίγκελ δεν ήταν σταρ αν και του ζητούσαν να παίζει ως τέτοιος.

Είχε αρκετό χρόνο συμμετοχής στην Ευρωλίγκα (περίπου 19 λεπτά) σκοράρωντας περίπου 6 πόντους και μαζεύοντας 4.5 ριμπάουντς ανά ματς, αλλά δεν μπόρεσε να βοηθήσει στη σειρά του αποκλεισμού του Ολυμπιακού από την Ολύμπια Λιουμπλιάνα.

Το 2000-2001 η ομάδα έφερε τους Οικονόμου - Ράτζα για να αποτελέσουν το βασικό δίδυμο ψηλών, ο ερχομός του Πάτρικ Φέμερλινγκ πίσω από τον Ντίνο έβγαλε τον Ντε Μίγκελ εντελώς από το 5 περιορίζοντας τον αποκλειστικά σε ρόλο back up στο 4.

Την ίδια στιγμή είχε κολλήσει ήδη στον Ινιάκι η στάμπα του παλτού και η χρονιά που έκανε δεν βοήθησε πολύ για να την βγάλει από πάνω του, 2.2 πόντοι και 2.5 ριμπάουντς σε περίπου 8.5 λεπτά στην Ευρωλίγκα.

Αυτό που βοήθησε όμως για να είναι η θέση του σίγουρη στον Ολυμπιακό της επόμενης σεζόν ήταν οι τελικοί της Α1 κόντρα στον Παναθηναικό στους οποίους ο Ντε Μιγκέλ, εκμεταλλευόμενος τον παροπλισμό του Οικονόμου από τον Ηλία Ζούρο, ήταν από τους καλύτερους παίχτες του Ολυμπιακού.

Tην επόμενη χρονιά ο Ολυμπιακός έφερε τον Τζέιμς Φόρεστ για βασικό 4άρι, ο Ντε Μιγκέλ θα ήταν ο αναπληρωματικός και οι Ζεβροσένκο - Φέμερλινγκ θα κάλυπταν το 5.

Κάτι ότι ο Ντε Μιγκέλ είχε προσαρμοστεί καλύτερα στον ρόλο του και κάτι η αστάθεια του Φόρεστ, το αποτέλεσμα ήταν μια καλή χρονιά, η καλύτερη μέχρι εκείνη τη στιγμή (6.5 - 4 μ.ο σε πόντους και ριμπάουντς στην Ευρώπη).
Ο κόσμος του Ολυμπιακού είχε αρχίσει να καταλαβαίνει την χρησιμότητα του και ο Σούμποτιτς που είχε διαδεχθεί τον Ζούρο έδειχνε να τον πιστεύει περισσότερο.

Ο σχεδιασμός της επόμενης σεζόν ήθελε τον Ντε Μιγκέλ να έρχεται πίσω από τον Ντεμάρκο Τζόνσον και τους Ζεβροσένκο - Μπράντκε να είναι στη θέση του σέντερ.
Όμως ο μεν Ζεβροσένκο σήκωσε μπαιράκι και πουλήθηκε στην ΤΣΣΚΑ Μόσχας, ο δε Αυστραλός δεν πρόλαβε να πατήσει παρκέ καλά καλά από τα προβλήματα τραυματισμών.

Λεφτά για αντικαταστάτες δεν υπήρχαν με αποτέλεσμα φθηνές λύσεις να έρθουν για να συμπληρώσουν την front line (Μοράλες, Κένι Μίλερ, Τζιγκάνοβιτς) και τον Ντε Μιγκέλ να προάγεται στην αρχική 5αδα σαν σέντερ δίπλα στον Ντεμάρκο.

Ο Ολυμπιακός έκανε υπέρβαση εκείνη τη χρονιά στην Ευρωλίγκα χάνοντας την πρόκριση στο φάιναλ φορ στο ματς με την Μπαρτσελόνα στον Κορυδάλλο ενώ στην Ελλάδα, με το -2 στο κεφάλι από το κέρμα στον Μποντιρόγκα την προηγούμενη χρονιά και τη φυγή του Μο Έβανς πριν από τα πλέιοφς, δεν μπορούσε να διεκδικήσει πολλά πράγματα.

Όμως έστω και την τελευταία χρονιά είδε τον πραγματικό Ντε Μιγκέλ στο παρκέ, εκείνον που αγόρασε το 1999, στην χρονιά της καριέρας του να είναι ο πυλώνας του Ολυμπιακού όχι τόσο στατιστικά (8-6 στην Ευρώπη) αλλά ουσιαστικά.

Το θέμα είναι ότι ο Ολυμπιακός χαράμισε τρία χρόνια για να καταλάβει πώς πρέπει να χρησιμοποιήσει τον Ινιάκι.
Ο Ντε Μιγκέλ ήταν άριστος σαν undersized σέντερ πριν καν εμφανιστεί το είδος στα Ευρωπαικά γήπεδα, με σπουδαία αμυντική επίδοση και ταχύτητα.
Στην επίθεση μπορούσε να κινηθεί φανταστικά στον χώρο χωρίς την μπάλα ενώ προς το τέλος της τετραετίας ανέπτυξε και ένα αρκετό αξιόπιστο σουτ από τα 4-5 μέτρα.

Ο Ολυμπιακός τον χρησιμοποίησε σαν 4 δίπλα σε ποστ παίχτες όπως ο Τάρλατς ή ο Ράτζα με συνέπεια να έχει έναν Ντε Μιγκέλ να ψάχνεται κινούμενος μακριά από το χώρο δράσης του.
Αντίθετα δίπλα σε ένα scoring φόργουορντ όπως ο Ντεμάρκο κατάφερε να βγάλει όλες τις αρετές του αγωνιστικά και στην πορεία να αναδειχθεί σαν ένας από τους ηγέτες του Ολυμπιακού.



ΕΦΥΓΕ μετά το τέλος της σεζόν 2002-03, τον Ιούλιο του 2003..

Ο παίχτης είχε δική του option για ανανέωση του συμβολαίου για έναν ακόμα χρόνο αλλά στα 30 του ζήτησε εκ νέου διαπραγμάτευση για μια επέκταση που δεν θα ήταν για μια χρονιά μόνο. 

Σε έναν Ολυμπιακό που παραδοσιακά εκείνα τα χρόνια η καθυστέρηση στις αποφάσεις ήταν δεύτερη φύση, τέτοιου είδους προγραμματισμός ήταν απίθανο να γίνει.
Ο Ντε Μιγκέλ ενημέρωσε ότι δεν θα συνεχίσει και η ομάδα πήρε στη θέση του έναν νεότερο Ντε Μιγκέλ, τον Γκόραν Γιούρακ.



Το διαζύγιο ήταν βελούδινο και αντάξιο της προσφοράς του παίχτη, δηλώσεις του Λευτέρη Σούμποτιτς στην επίσημη σελίδα της ΚΑΕ:

«Νιώθω την ανάγκη να πω ένα μεγάλο ευχαριστώ στον Ινιάκι για τα όσα πρόσφερε στον Ολυμπιακό. Ένα πραγματικό διαμάντι, ένας γνήσιος Ολυμπιακός αποφάσισε να αφήσει το λιμάνι, αναζητώντας νέες περιπέτειες. Αυτό που κατάλαβα στον ενάμισι χρόνο που είμαι στην ομάδα είναι ότι ο Ινιάκι δέθηκε τόσο με την ομάδα, που σίγουρα θα λείψει απ’ όλους μας. Δεν θα του ευχηθώ καλή τύχη γιατί δεν τη χρειάζεται. Ο Ινιάκι δεν χρειάζεται την τύχη για να τα καταφέρει. Πετυχαίνει πάντα με τη δουλειά του και με την σκληρή προσπάθεια, όπως έκανε και στα τέσσερα χρόνια που φόρεσε τη φανέλα του Ολυμπιακού».


Και έπειτα η ΚΑΕ με επίσημη ανακοίνωση αποχαιρέτησε τον Ινάκι:

«Ο Ισπανός φόργουορντ ήταν ο μακροβιότερος ξένος στην ιστορία του συλλόγου προσφέροντας πάντα τον καλύτερο εαυτό του. Ο Μαδριλένος τίμησε όσο λίγοι την «ερυθρόλευκη» φανέλα και έγινε από την πρώτη στιγμή μέλος της οικογένειας του Ολυμπιακού. Η ΚΑΕ Ολυμπιακός θέλει να ευχαριστήσει δημόσια τον εξαιρετικό αθλητή και τον σπουδαίο άνθρωπο Ινιάκι Ντε Μιγκέλ για την προσφορά του στην ομάδα μας και να του ευχηθεί καλή τύχη στα μελλοντικά του σχέδια. Adios amigo...» 





Γύρισε πίσω στην πατρίδα του για να παίξει 3 ακόμα χρόνια στην Αλικάντε (2003-2006), έναν χρόνο στη Μάλαγα και δύο στη Καχασόλ.
Το καλοκαίρι του 2009, με τον Ινάκι να πατάει τα 36, τον φώναξε ο Μεσίνα να πάρει μέρος στην προετοιμασία της Ρεάλ.
Έμεινε εκεί 2 χρόνια σε έναν σύνθετο ρόλο παίχτη / βοηθού προπονητή, δεν είχε δικαίωμα συμμετοχής στο Ισπανικό πρωτάθλημα αλλά έπαιξε 3 ματς στην Ευρωλίγκα με την Ρέαλ στην 1η του χρονιά (0.7 π., 0.3 ρ.).

Πριν σταματήσει την καριέρα του όφειλε μια ακόμα σεζόν με την ομάδα της πόλης του, έτσι στα 38 έπαιξε μια ακόμα χρονιά για την Las Rozas στην 3η Εθνική του Ισπανικού μπάσκετ πριν σταματήσει οριστικά το μπάσκετ.



ΘΥΜΟΜΑΣΤΕ την συνολική υποδειγματική του παρουσία στον Ολυμπιακό.
Παίχτης ομάδας που τα έδινε όλα σε κάθε ματς, που δεν προκάλεσε ποτέ κανένα πρόβλημα ακόμα και όταν έπαιζε λίγο και τελικά τίμησε τα λεφτά που πήρε.
Αργήσαμε να εκτιμήσουμε την αξία του αλλά στο τέλος εκτιμήθηκε από τον κόσμο, αγάπησε την ομάδα και κατά κάποιο τρόπο λόγω παλαιότητας έγινε και σημαία εκείνη της εποχής.





Παρόλα αυτά αν έπρεπε να διαλέξουμε κάποιες στιγμές αυτές θα ήταν:
Το ματς στο ΣΕΦ κόντρα στον Παναθηναικό στο τοπ16 της Ευρωλίγκας το 2002 με τους 17 πόντους (με 7/8) στο θριαμβευτικό 92-75.

Την πολύ καλή σειρά στους τελικούς της Α1 το 2001 κόντρα στον Παναθηναικό που ανανέωσε την πίστη του κόσμου στο πρόσωπό του.

Τους 16 πόντους και τα 11 ριμπάουντς στο παιχνίδι της κανονικής περιόδου του 2003 ξανά απέναντι στον Παναθηναικό. (4:02 στο βίντεο)

Αλλά και το πιο αντιπροσωπευτικό για Ντε Μιγκέλ ματς, αυτό με τη Βίρτους στη Μπολόνια το 2003 με τα κρίσιμα κλεψίματα και τα επιθετικά ριμπάουντς για το 77-73 του Ολυμπιακού. (12:10 στο βίντεο)


TIPS:
-Ήταν για χρόνια ο πρώτος ξένος παίχτης σε συμμετοχές στην ιστορία του Ολυμπιακού στην Ευρώπη (70 ματς) μέχρι να τον ξεπεράσει ο Μίλος Τεόντοσιτς.
Οι δυο τους κρατάνε μαζί το και το ρεκόρ του μακροβιότερου ξένου έχοντας 4 χρονιές στην ομάδα. 
Ο Ματ Λοτζέσκι ετοιμάζεται να μπει στο κλαμπ από του χρόνου.

-Άλλαξε τρία διαφορετικά νούμερα σε αυτά τα τέσσερα χρόνια.
Έπαιξε με το 14 στη πλάτη την πρώτη του χρονιά όταν ο Τάρλατς είχε το 12 και ο Τζος Γκραντ το 15.

Την επόμενη, οι Ράτζα - Ρίβερς έπιασαν ρεζερβέ τα 14-15 με συνέπεια να περισσέψει το 12 για τον Ντε Μιγκέλ.

Τις δύο τελευταίες φόρεσε το 15 που ήταν και το πιο συνηθισμένο σε όλη του την καριέρα.

-Από τα 17 του είναι μαζί με τη Λορένα, έχουν τρεις κόρες και μένουν μόνιμα στη La Rozas (προάστιο της Μαδρίτης με 70 χιλιάδες πληθυσμό).

Αν και στη δήλωση απόσυρσής του από το μπάσκετ προεξοφλούσε ότι θα συνεχίσει πίσω από τους πάγκους σαν προπονητής, σήμερα εργάζεται σαν διευθυντής αθλητικών προγραμμάτων του ιδρύματος Marazuela, ενός δημόσιου φορέα που δραστηριοποιείται στον δήμο La Rozas.
Εκεί ασχολείται κυρίως με προγράμματα ενθάρρυνσης του ερασιτεχνικού αθλητισμού ή με την υποστήριξη αθλητών με κινητικά προβλήματα και είναι σίγουρο ότι το κάνει τόσο παθιασμένα όσο έπαιζε ο ίδιος σαν αθλητής.




ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ-ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2000-ΤΕΥΧΟΣ 19
συνέντευξη Ινιάκι ΝτεΜιγκέλ (Ν.Μπάκουλη)

 




ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΤΡΙΠΟΝΤΟ-28 ΜΑΡΤΙΟΥ 2000-ΤΕΥΧΟΣ 594
συνέντευξη Ινιάκι Ντε Μιγκέλ (Γ.Ντεντόπουλος)